Παρουσία πλήθους κόσμου και σημαντικών προσωπικοτήτων πραγματοποιήθηκαν τα εγκαίνια ενός νέου πολιτιστικού χώρου στην πόλη της Νέας Ιωνίας το βράδυ της Δευτέρας 18 Φεβρουαρίου. Πρόκειται για την Πινακοθήκη Βογιατζόγλου που δημιουργήθηκε από τον συλλέκτη, κ. Γιώργο Βογιατζόγλου και φιλοδοξεί να αποτελέσει σημείο αναφοράς στα πολιτιστικά πράγματα της περιοχής.
Η Πινακοθήκη, που ονομάζεται «ΣΠΑΡΤΗ» από τον τόπο καταγωγής της οικογένειας Βογιατζόγλου, άνοιξε τις πόρτες της για το φιλότεχνο κοινό τη Δευτέρα με τα εγκαίνια της έκθεσης ζωγραφικής ενός νέου καλλιτέχνη του Αλέκου Κυρανίνη.
Την κορδέλα των εγκαινίων έκοψε η Πρύτανης, κα Ελένη Γλύκατζη-Αρβελέρ, μαζί με τον πρώην Υπουργό και Βουλευτή, κ. Γιάννη Βαρβιτσιώτη, και τον Δήμαρχο της πόλης, κ. Ηρακλή Γκότση.
Ακολούθησαν οι χαιρετισμοί υπό το συντονισμό του δημοσιογράφου, κ. Κώστα Αρβανίτη. Η κα Αρβελερ δεν έκρυψε τη συγκίνησή της για την παρουσία της σε έναν χώρο που φέρει και το όνομα μια αλησμόνητης πατρίδας “Σπάρτη”, καθώς και η ίδια έχει μικρασιατική καταγωγή. «Κάποιοι αγοράζουν έργα τέχνης κάνοντας επενδύσεις χρηματιστηριακές και άλλοι, όπως ο συλλέκτης Γιώργος Βογιατζόγλου, αγοράζουν συγκινήσεις και βιώματα αισθητικής. Η προσφορά της Πινακοθήκης Βογιατζόγλου σε γειτονιά προσφυγική και όχι στο κέντρο είναι έργο όχι μόνο πολιτισμού και πλούτου αλλά και υπέρτατης αρετής” τόνισε μεταξύ άλλων. Τις ευχές του αλλά και τη στήριξη του Δημοτικού Συμβουλίου Νέας Ιωνίας στο εγχείρημα του κ. Βογιατζόγλου εξέφρασε ο κ. Γκότσης.
Η έκθεση ζωγραφικής του Αλέκου Κυραρίνη περιέχει τέσσερις ενότητες έργων, τα περισσότερα από τα οποία παρουσιάζονται για πρώτη φορά στο κοινό. Πρόθεση του Ιωνιώτη συλλέκτη, όπως ανέφερε και ο ίδιος στο χαιρετισμό του, είναι τα σταδιακά αφιερώματα σε νέους καλλιτέχνες της συλλογής του και η ολοκλήρωση του εκθεσιακού χώρου για τη στέγαση της μόνιμης συλλογής. «Η τέχνη του Α. Κ. προκαλεί τον θεατή με τη λιτότητα και την ενέργεια που εκπέμπει. Παντού υπάρχει ρυθμός και εξάρσεις που συνυπάρχουν με απέραντες σιωπές… Ο Α. Κ. υπηρετεί τα πιστεύω του και δουλεύει με σαφήνεια μια παλίμψηστη γραφή γεμάτη νοήματα και μνήμες. Αποδίδει τον μυστηριακό χαρακτήρα των έργων του, χωρίς να χάνει τη διάθεση επικοινωνίας με τον θεατή», γράφει η επιμελήτρια Λ. Καραπιδάκη.