“Η Κυβέρνηση είναι η μόνη ένοχη για την έξαρση της πανδημίας”
Η επέλαση της μετάλλαξης Δέλτα οδηγεί σε τέταρτο πανδημικό κύμα. Χρειάστηκε μόλις ένας μήνας ώστε τα κυβερνητικά αφηγήματα για το “τέλος των περιοριστικών μέτρων” και την “επιστροφή στην κανονικότητα” να γελειοποιηθούν. Τώρα αναγκάζονται, ακόμα και εν μέσω τουριστικής περιόδου, να ξαναλάβουν περιοριστικά μέτρα.
Η μόνη “κανονικότητα” είναι ότι η κυβέρνηση Μητσοτάκη “έχει χάσει τη μπάλα” με την εξέλιξη της πανδημίας. Είναι εντελώς ανίκανη να την αντιμετωπίσει και γι’ αυτό και ο κόσμος δεν τους έχει εμπιστοσύνη.
Η “ελπίδα του εμβολίου” ήταν το άλλοθι ώστε να μην πάρει κανένα ουσιαστικό μέτρο για την αντιμετώπιση της πανδημίας. Θεωρούσε ότι με την έναρξη των εμβολιασμών θα έρθει και το τέλος της πανδημίας μέσα από ένα «εμβολιαστικό τείχος ανοσίας». Τα κέρδη τους πάνω από την υγεία και τις ζωές μας.
Είμαστε στα μέσα Ιούλη και όχι μόνο δεν υπάρχει «τείχος ανοσίας» αλλά οι μεταλλάξεις καθιστούν ακόμα και αυτά τα διαθέσιμα εμβόλια όλο και λιγότερο αποτελεσματικά. Ήδη έχει ξεκινήσει η συζήτηση (από τις φαρμακοβιομηχανίες) για την ανάγκη και τρίτης δόσης. Το Ισραήλ ανακοίνωσε ήδη πρόγραμμα τρίτης δόσης στους ηλικιωμένους. Κανείς δεν ξέρει τι μπορεί να συμβεί στην (ισχυρή) περίπτωση μελλοντικών (και πιο επικίνδυνων) μεταλλάξεων γιατί όσο δεν υπάρχουν μέτρα για την αντιμετώπιση της πανδημίας και όσο ο παγκόσμιος εμβολιασμός δεν προχωράει, ο ιός βρίσκει χώρο και χρόνο για να δημιουργεί μεταλλάξεις.
Η κυβέρνηση της ΝΔ πάντα βρίσκει έναν «ένοχο» για να του ρίξει τις ευθύνες για την αποτυχία στη διαχείριση (και) της πανδημίας.
Στην αρχή ήταν η “ανεύθυνη νεολαία που διαδίδει τον ιό στις πλατείες και στα κορονοπάρτι”, στη συνέχεια ήταν το «υγειονομικό μποϊκοτάζ» της αριστεράς που καλούσαν σε διαδηλώσεις και συγκεντρώσεις, τώρα είναι οι “ανεύθυνοι ανεμβολίαστοι που κοιτάνε τον εαυτό τους και αδιαφορούν για την υγεία του κοινωνικού συνόλου”.
Η επίθεση της κυβέρνησης στους «ανεμβολίαστους» και η συζήτηση για «υποχρεωτικό εμβολιασμό» γίνεται για να αντιστρέψει τις ευθύνες και να κρύψει την αποτυχία της (και) στο εμβολιαστικό πρόγραμμα.
Η κυβέρνηση υποσχόταν, από τον Νοέμβριο, ότι πριν το φετινό καλοκαίρι θα έχει χτιστεί “τείχος ανοσίας”. Σήμερα οι πλήρως εμβολιασμένοι είναι, μόλις, το 42%.
Αυτό το ποσοστό θα μπορούσε να ήταν πολύ μεγαλύτερο αν η κυβέρνηση είχε, από νωρίς, μαζικό αριθμό εμβολίων και είχε δημιουργήσει τις κατάλληλες δομές ώστε να μπορούσαν να γίνονται περισσότεροι ημερήσιοι εμβολιασμοί.
Αντί αυτών, διέθετε εμβόλια με το σταγονόμετρο (με προτεραιότητα στα κυβερνητικά και κομματικά στελέχη), μέσα από τις συμφωνίες της ΕΕ με τις φαρμακοβιομηχανίες, δημιούργησε ελάχιστα εμβολιαστικά κέντρα και έκανε ελάχιστες προσλήψεις (και αυτές συμβασιούχων). Μετέτρεψε τις Μονάδες Πρωτοβάθμιας Υγείας και τα Νοσοκομεία σε εμβολιαστικά Κέντρα αδιαφορώντας για τις υπόλοιπες υγειονομικές ανάγκες του κόσμου.
Αν η κυβέρνηση ενδιαφερόταν για την επιτάχυνση του εμβολιασμού θα μπορούσε να διπλασιάσει την εμβολιαστική δυνατότητα, ούτως ώστε να μειωθεί ο χρόνος αναμονής και να αυξηθεί ο αριθμός των πλήρως εμβολιασμένων. Αυτό όμως απαιτεί ενίσχυση, με χρηματοδότηση και προσλήψεις, του δημόσιου ΕΣΥ αλλά τα σχέδια της είναι προς την αντίθετη κατεύθυνση. Στην ιδιωτικοποίηση του ΕΣΥ μέσω των ΣΔΙΤ και σε κλεισίματα νοσοκομείων γιατί «έχουμε περισσότερα από όσα χρειαζόμαστε», όπως δήλωνε κυνικά ο Μητσοτάκης σε συνέντευξη του στη “Καθημερινή”.
Οι δισταγμοί που έχουν κομμάτια του πληθυσμού για τα παρεχόμενα εμβόλια είναι βάσιμοι. Είναι λάθος να «τσουβαλιάζονται» ως «ατομιστές», «ψεκασμένοι» ή «αρνητές του ιού». Οι δισταγμοί προέρχονται από δύο (πραγματικές) αιτίες.
Η πρώτη αιτία είναι οι αλλοπρόσαλλες οδηγίες και αποφάσεις της κυβέρνησης συνολικά για την αντιμετώπιση της πανδημίας και ειδικά για τα εμβόλια. Με ευθύνη της κυβέρνησης, στα μάτια του κόσμου το Astra Zeneca είναι ένα «επικίνδυνο εμβόλιο». Στην ίδια κατεύθυνση είναι και η κάρτα των 150 € σαν “κίνητρο” εμβολιασμού της νεολαίας. Με το να δωροδοκείς κάποιον για να κάνει εμβόλιο δημιουργείς ακόμα περισσότερους δισταγμούς και αμφιβολίες.
Η δεύτερη αιτία προέρχεται από την ανάγκη για την επιτάχυνση της διαδικασίας και το «επείγον» της έγκρισής για την κυκλοφορία των εμβολίων.
Αυτοί οι δισταγμοί δεν αντιμετωπίζονται με εκβιασμούς και διαχωρισμούς. Για να οδηγηθεί ο κόσμος στον (απαραίτητο) εμβολιασμό χρειάζεται επιστημονική ενημέρωση και συζήτηση, μακριά από τις κυβερνητικές και φαρμακοβιομηχανικές σκοπιμότητες. Αλλά, αντί για επιστήμονες η κυβέρνηση επιστρατεύει «influencers» και παπάδες, αντί για ενημερωτικό υλικό και υποδομές εμβολιασμού δίνει 20 εκατ. € στα ΜΜΕ για να «διαφημίσουν» τον εμβολιασμό με ανόητα σποτάκια σαν να είναι κάποιο καταναλωτικό προϊόν.
Απέναντι στη διαχείριση που σκορπάει το θάνατο, η απάντηση βρίσκεται στη διεκδίκηση ενός δημόσιου, δωρεάν συστήματος υγείας και ενός προγράμματος εμβολιασμού στα χέρια των εργαζόμενων στην Υγεία. Τα φάρμακα και τα εμβόλια πρέπει είναι δωρεάν δημόσια αγαθά για όλους σε όλο τον πλανήτη και όχι εμπορεύματα. Να σπάσουμε τις πατέντες των εμβολίων και των φαρμάκων.
Οι αγώνες των εργαζόμενων στην Υγεία δείχνουν αυτό το δρόμο και χρειάζονται την συμπαράσταση όλων μας.