Η μετατροπή ενός ανθρώπου σε φασίστα δεν είναι μια απλή διαδικασία. Συνήθως παίρνει χρόνο.
Ακολουθεί σχεδόν πάντα μια πατέντα, μια διαδικασία στην οποία αφού μπουν τα θεμέλια χτίζεις τα πατώματα μέχρι που φτάνεις στην κορυφή. Ορισμένες φορές η διαδικασία είναι τέτοια που δεν την καταλαβαίνει ούτε ο εμπλεκόμενος. Δεν λέει δηλαδή αύριο θα γίνω φασίστας, ούτε έχει μια ημερομηνία σταθμό την οποία γιορτάζει ως τα γενέθλια της φασιστικής του ζωής. Η μετατροπή ενός ανθρωπάκου-κάμπιας σε ναζιστική-πεταλούδα είναι μια σύνθετη διαδικασία την οποία σας παρουσιάζουμε:
Στάδιο πρώτο: Τα θεμέλια
Κάποτε σε μικρή ηλικία, όταν είσαι εντελώς εύπλαστος, διαβάζεις στα βιβλία της ιστορίας του δημοτικού για τις μάχες που έδιναν οι πρόγονοί σου. Λυρικές αναπαραστάσεις του τρόπου με τον οποίο αν και πάντα λιγότεροι κατάφερναν να εξουδετερώνουν όλους τους πανίσχυρους εχθρούς τους, τους Πέρσες, τους Τούρκους, τους Ιταλούς τους Γερμανούς. Ενδιάμεσα σου παραβάλλονται οι ενδείξεις της πολιτισμικής σου ανωτερότητας. Φωτογραφίες από κίονες, ναούς και αμφορείς που επιβεβαιώνουν αυτό που έχεις ακούσει και στο σπίτι σου: «όταν εμείς χτίζαμε παρθενώνες οι άλλοι τρώγαν βελανίδια». Κάπου εκεί αρχίζεις να ερωτοτροπείς με έναν παιδικό εθνικισμό. Βλέπεις τον εαυτό σου σαν τον επόμενο Καραϊσκάκη ή Κολοκοτρώνη, και δηλώνεις περήφανος για την καταγωγή σου και πρόθυμος να θυσιαστείς για την πατρίδα σου. Έχεις μάθει απ’ έξω όλες τις βασικές εκκλησιαστικές προσευχές κι ας μην καταλαβαίνεις τι λένε. Σταυροκοπιέσαι κάθε φορά που περνάς έξω από εκκλησία, ίσως να παρακολουθείς και το κατηχητικό, και για κάποιο λόγο πιστεύεις πως υπάρχει ένας θεός που προστατεύει την Ελλάδα σαν την δική του πατρίδα. Άλλωστε η εκκλησία έπαιζε πάντα καθοριστικό ρόλο στη μόρφωσή σου και ιδιαίτερα στην ιστοριογραφία της χώρας μας, η οποία παρά την ύπαρξη πολλών κατ’ όνομα αριστερών καθηγητών, διανοούμενων και ερευνητών δεν κατάφερε ποτέ να ξεφύγει από τον χαρακτήρα της γεγονοτολογικής παράθεσης πολεμικών συγκρούσεων. Ιδιαίτερα όταν η αριστερή αντίστιξη στην εθνικιστικού τύπου ιστοριογραφία είναι η …Ρεπούση τα πράγματα δυσκολεύουν.
Στάδιο Δεύτερο: Η εφηβεία
Στην εφηβεία έχεις ήδη κατασταλάξει στην ομάδα που υποστηρίζεις με φανατισμό. Θέλεις να βλέπεις κρεμασμένα στα περίπτερα πρωτοσέλιδα που μιλάνε για την οπαδική σου μαγκιά και την ανωτερότητα σου από τους άλλους. Η αυξημένη σου λίμπιντο δεν κατευνάζεται με χειροπρακτικές μεθόδους, χρειάζεσαι κι άλλο. Βρίσκεις εκτόνωση στην βία με τους συμμαθητές σου. Γουστάρεις να ακούς ιστορίες από «πεσίματα» με κράνη, καδρόνια και μαχαίρια απέναντι στους «άλλους». Τα παιδιά από τον Σύνδεσμο είναι καλοί μάγκες, και η παρέα μαζί τους σε κάνει μάγκα κι εσένα. Με την ομάδα και την γκόμενα να σου τρώνε πολύ χρόνο από τη ζωή σου δεν έχεις κουράγιο να ασχοληθείς με τα πολιτικά. Άλλωστε όλοι κλέφτες και ψεύτες είναι, όπως είπε και ο μπαμπάς βλέποντας ειδήσεις χτες το βράδυ.
Στάδιο τρίτο: Η ενηλικίωση
Αφού είδες κι αποείδες να τελειώσεις το σχολείο πρέπει να δεις τι θα κάνεις στη ζωή σου. Ως άτομο διατηρείς ακέραιες τις βάσεις της μαζικής κουλτούρας που συνήθισες να καταναλώνεις. Η τηλεόραση είναι το αγαπημένο σου μέλος της οικογένειας, το διαδίκτυο βοηθάει για όλα τα άλλα και πράγματα όπως οι τέχνες και τα βιβλία δεν είναι για σένα. Γελάς ακόμα με τα ανέκδοτα για τους Αλβανούς που «κλέβουν την παράσταση» και για τους μαύρους που είναι μαύροι και όχι εσύ ρατσιστής. Μπορεί να είπες και στον κολλητό σου που έκατσε πολλές ώρες κάτω από τον ήλιο ότι έγινε σκούρος σαν «Πάκι». Αλλά ρατσιστής δεν είσαι.
Στάδιο τέταρτο: Η εργασία
Πήγες για δουλειά κι εσύ κάποια στιγμή όπως όλοι. Κακοπληρωμένος κι ανασφάλιστος, αλλά δεν πειράζει. Πρέπει να είσαι εργατικός. Έτσι λένε όλοι. Άλλωστε η εργατικότητα είναι ένα παράσημο που πρέπει ο άνδρας να διαθέτει. Είναι πιο σημαντικό κι από την αξιοπρέπεια. Το αφεντικό είναι καλό, αφού σου χτυπάει καμιά φορά την πλάτη φιλικά. Ενδιαφέρεται αυθεντικά για σένα και σου είπε ότι θα σε κάνει κάποια μέρα υπεύθυνο, αρκεί να συνεχίσεις να δουλεύεις σκληρά. Κάποτε είδες έναν περίεργο τύπο, μάλλον συνδικαλιστή, να σου λέει ότι πρέπει να πας στην απεργία. Δεν άφησες την πρόκληση αναπάντητη: «που να πάω στην απεργία; και το μεροκάματο που θα χάσω;» κι ύστερα γύρισες το κεφάλι και συμφώνησες με τον παλιότερο που σου είπε ότι οι συνδικαλιστές είναι ξεπουλημένοι που ζούνε μέσα στη χλιδή. Άλλωστε η Αριστερά πέθανε. Είδαμε τον κομμουνισμό που μόλις έπεσε γέμισαν τα κωλόμπαρα της Ελλάδας μας. Πουτάνες θα τις κάνουν τις μάνες μας;
Στάδιο πέμπτο: Η κρίση
Όλα κυλούν καλά. Συνεχίζεις να ψηφίζεις το κόμμα που σου υπέδειξε αυτός που σε έβαλε στη δουλειά. Συνεχίζεις να αδιαφορείς για την πολιτική και να κοιτάς την πάρτη σου. Όταν κάθεσαι στο μετρό ή στο λεωφορείο παρακαλάς να μην κάτσει στην άδεια θέση δίπλα σου εκείνος ο σκουρόχρωμος που βρωμάει. Κάποια στιγμή παρατηρείς ότι είναι πολλοί. «Πως την κατάντησαν έτσι την Ελλάδα;». Με ξένους δεν κάνεις παρέα. Εντάξει δεν είναι όλοι κλέφτες, υπάρχουν και ορισμένοι νοικοκυραίοι που σέβονται την χώρα μας, αλλά όχι και να σηκώσουν τη σημαία τα αριστούχα παιδιά τους. Άλλωστε το «δεν θα γίνεις Έλληνας ποτέ» που τραγούδησες μεθυσμένος από εθνική υπερηφάνεια το 2004 το πιστεύεις ακόμα.
Έρχεται η κρίση και το αφεντικό σου, γεμάτο αληθινό πόνο, σου ανακοινώνει ότι δεν μπορεί να σε κρατήσει άλλο στη δουλειά γιατί δεν βγαίνει. Τα κέρδη του μειώθηκαν και αν μπορούσε να σε κρατήσει θα το έκανε, όμως τα πράγματα ζόρισαν. Αν αλλάξει κάτι θα σε ειδοποιήσει, όμως τώρα θα προτιμήσει να κρατήσει τους δύο Πακιστανούς που τους έχει να δουλεύουν με 300 ευρώ το μήνα, ανασφάλιστους και παράνομους. Του λες ευχαριστώ που σου έδωσε την ευκαιρία να δουλέψεις και τον αποχαιρετάς.
Κάτι αρχίζει να σαλεύει. Εσύ που τόσα χρόνια εργαζόσουν ακατάπαυστα και ήξερες τη δουλειά να πετιέσαι έξω από δυο ξυπόλητους βρωμιάρηδες; Αυτοί φταίνε. Τι δουλειά έχουν εδώ; Να πάνε στη χώρα τους. Εμείς δεν αντέχουμε άλλους. Αν μπορούσαμε να τους ταϊσουμε θα το κάναμε ευχαρίστως, αλλά όχι τώρα. Πρέπει να φύγουν. Όμως ποιος θα τους διώξει; Ένα γαμάτο blog που διάβασες προχτές έγραφε ότι όλοι οι πολιτικοί είναι προδότες και έχουν ξεπουλήσει με μυστικές συμφωνίες την χώρα. Πείθεσαι ότι αυτοί οι λαθρομετανάστες δεν ήρθαν από μόνοι τους. Τους έφεραν κάτι μεγάλα κεφάλια, που κατά σύμπτωση είναι Εβραίοι, για να καταστρέψουν την χώρα σου. Βλέπεις το κόμπλεξ αυτών που έτρωγαν τα βαλανίδια είναι μεγάλο και γι’ αυτό θέλουν να μας καταστρέψουν.
Κάτι πρέπει να γίνει όμως. Οι πολιτικοί δεν μπορούν να το κάνουν γιατί είναι όλοι πουλημένοι. Οι λογαριασμοί τρέχουν και από τον ΟΑΕΔ δεν είχες κανένα νέο. Και εκείνος ο δημοτικός σύμβουλος που σου έλεγε ότι θα σε βολέψει κάπου δεν απαντά στα τηλέφωνα. Ο χρόνος πιέζει. Οι ξένοι ηγέτες μας κοροϊδεύουν. Ποιος θα δώσει τη λύση; Τους χρειάζεται ένα μάθημα. Ένα Γουδί. Ένας Παπαδόπουλος. Αυτός τουλάχιστον δεν έκλεβε.
Το βραδάκι κάθεσαι να δεις ειδήσεις. Βρίζεις την Τρέμη και τον Πρετεντέρη όταν σου λένε ότι πρέπει να πληρώσεις το χαράτσι. Όταν σου λένε ότι πρέπει να απελαθούν οι λαθρομετανάστες κατά σύμπτωση συμφωνείς μαζί τους. Δεν θέλεις να ακούσεις τίποτα άλλο. Πρέπει να γίνει κάτι. Τώρα. Δεν σε νοιάζει ποιος και πως θα το κάνει. Αρκεί να γίνει. Να φύγει ο βρωμιάρης που σου πήρε τη δουλειά. Να πάει στον αγύριστο. Κάπου στο youtube πήρε το μάτι σου έναν τύπο με ξυρισμένο κεφάλι να υπόσχεται κρεμάλα στους προδότες και δουλειά στους Έλληνες. Αυτό είναι. Μόνο αυτοί μπορούν να μας σώσουν!
Ναι αλλά αυτοί είναι νοσταλγοί του Χίτλερ που κατέκαψε την Ελλάδα, που βίασε και σκότωσε τους προγόνους σου. Λεπτομέρειες. Τώρα έχουμε κρίση, δεν έχουμε την πολυτέλεια να ασχολούμαστε με την ιστορία. Άλλωστε δεν είδαμε προκοπή από τους δημοκράτες. Γιατί να μη δοκιμάσουμε κάτι διαφορετικό;
Στάδιο έκτο: Το πέρασμα στη δράση
Στις πρώτες εκλογές δειλά-δειλά ψήφισες Χρυσή Αυγή. Μιλώντας με τους φίλους σου επέμενες ότι δεν συμφωνείς μαζί τους, αλλά δεν ήξερες τι άλλο να ψηφίσεις. Η Παπαρήγα είναι βολεμένη, ο Τσίπρας έφερε τους μετανάστες και ο Καμμένος ήταν για χρόνια στην ΝΔ. Σε δημόσιες συζητήσεις αποκύρηττες τη βία, αλλά ήθελες να φάει ένα χαστούκι ο Πάγκαλος. Έκοψες και την καλημέρα που έλεγες με τον για χρόνια Αλβανό γείτονά σου και κρυφοχάρηκες όταν έμαθες ότι απολύθηκε κι αυτός και μάλλον θα πάει Αυστραλία. «Δεν είμαι ρατσιστής. Αυτοί με έκαναν» επαναλαμβάνεις μονότονα, ίσως από τύψεις. Απολάμβανες το χαστούκι του Ηλία στην Κανέλλη. Καλά της έκανε!
Ο Χρυσαυγίτης της γειτονιάς είναι καλό παιδί. Βοηθάει τις γριούλες, φροντίζει για την ασφάλειά μας και μας ενημερώνει για τα πολιτικά πράγματα. Πολύ θα ήθελες κι εσύ να του μοιάζεις. Να μοιράζεσαι κι εσύ τη σοφία του και τις απέραντες γνώσεις του για την Αρχαία Ελλάδα, ιδιαίτερα για τον τρόπο με τον οποίο φέρονταν οι αρχαίοι ημών πρόγονοι στους εχθρούς και τους προδότες. Ενδίδεις στις παραινέσεις του να κατέβεις κι εσύ σε μια συγκέντρωση που θα γίνει για λίγους φίλους. Εκεί θα μας μιλήσει ένας συναγωνιστής που ξέρει πολλά γιατί ήταν στους καταδρομείς και είδε από μέσα τι παίζεται. Πηγαίνεις από συγκέντρωση σε συγκέντρωση και ξαφνικά νιώθεις πιο δυνατός. Το πνεύμα σου έχει γαλουχηθεί από τις ιστορίες που ακούς. Ένα δεύτερο σχολείο. Εκεί συναντάς και κάτι παλιόφιλους από το Σύνδεσμο. Τότε που την πέφτατε μαζί σε κάνα πιτσιρίκι για να του πάρετε το κασκόλ της αντίπαλης ομάδας. Νιώθεις το σώμα σου να δυναμώνει κάθε φορά που φοράς το ραμμένο από Πακιστανούς, μαύρο μπλουζάκι που σου χάρισε ο νέος σου φίλος για ενθύμιο. Στις δεύτερες εκλογές είσαι πια σίγουρος για την επιλογή σου. Χρυσή Αυγή και τα μυαλά (;) στα κάγκελα. Να μάθουν αυτοί οι αριστεροί και οι προδότες. Αγαπημένη σου φράση το «αν γουστάρεις τους λαθρομετανάστες να τους πάρεις σπίτι σου».
Ο υπαρχηγός του υπαρχηγού του πυρηνάρχη κρίνει ότι είσαι έτοιμος για το επόμενο στάδιο. Βία αυτοί, βία κι εμείς. Πρέπει όμως να είσαι πειθαρχημένος. Με στρατιωτικό τρόπο. Τον εξοπλισμό σου τον παίρνεις από τους συναγωνιστές. Τώρα το λοστάρι που κρατάς είναι η προέκταση του ανδρισμού σου. Θα τους γαμήσεις όλους. Δεν σε σταματάει τίποτα. Ακούς με προσοχή τους εμπειρότερους και δεν παρεκκλίνεις από τις εντολές τους. Αν πετύχεις όμως κανέναν αλλοδαπό κοντά στη γειτονιά σου μπορεί να πάρεις την πρωτοβουλία να του δώσεις και καμιά κλωτσιά.
Στάδιο έβδομο: Η ολοκλήρωση
Αγαπάς την χώρα σου παθολογικά. Εκνευρίζεσαι όταν βλέπεις να την ξεπουλάνε στους ξένους, μισείς όποιον την επιβουλεύεται. Πιστεύεις ότι είσαι πατριώτης. Εθνικιστής πατριώτης. Γιατί να το κρύψεις άλλωστε. Είσαι εθνικιστής περήφανος και αγέρωχος. Καταβροχθίζεις τα βιβλία που σου έδωσαν να διαβάσεις και αρχίζεις να παίρνεις μέρος ενεργά στις συζητήσεις. Είσαι πια σίγουρος για κάποια πράγματα: Ο Χίτλερ ήταν φιλέλληνας, το ολοκαύτωμα δεν υπήρξε, κι αν ακόμα υπήρξε καλώς έγινε, οι κομμουνιστές είναι εβραίοι και μπολσεβίκοι, οι δημοκράτες πουλημένοι και βολεμένοι και μόνο ο Στρατός μπορεί να δώσει τη λύση. Αν όλα αυτά σε κάνουν φασίστα, τότε ναι είσαι φασίστας. Με κάθε ευκαιρία προσπαθείς να ανοίξεις πολιτική συζήτηση με φίλους, γνωστούς και άγνωστους. Να τους εντυπωσιάσεις με τις αποκαλύψεις που τόσο γρήγορα έμαθες, να τους διαφωτίσεις για το τι ήταν πραγματικά τα SS, ποιος ήταν ο Γκέμπελς και πόσο φιλέλλην ήταν ο Αδόλφος Χίτλερ. Δεν δέχεσαι αντιρρήσεις. Αν κάποιος πάει να σου πει κάτι περνάς αμέσως στην αντεπίθεση: «Ερχόμαστε και θα σας λιώσουμε». Σκέφτεσαι σοβαρά να ξυρίσεις το κεφάλι σου. Στη γυναίκα σου θα πεις ότι το κάνεις για λόγους οικονομίας, το σαμπουάν ακρίβυνε και ο κουρέας χρεώνει 10 ευρώ το απλό κούρεμα. Μόλις μαζέψεις λίγα χρήματα θα πας να κάνεις δύο τατουάζ. Το ένα θα γράφει οπωσδήποτε «Η ΤΑΝ Ή ΕΠΙ ΤΑΣ» κι ας μη θυμάσαι τι ακριβώς σημαίνει. Το άλλο θα είναι ένα τέλειο σχέδιο που ζωγράφισε ένας συναγωνιστής. Θα βγαίνουν κάτι φλόγες μέσα από ένα φοίνικα και γύρω-γύρω θα έχει κάτι «αρχαιοελληνικά» σχέδια.
Η ολοκλήρωση έρχεται όταν πείθεις έναν φίλο σου να βρει κι αυτός τη λύτρωση. Να βαφτιστεί μέσα στα άγια νερά της λευκής αδελφότητας, να μεταμορφωθεί σε ακούραστο πολεμιστή της πατρίδας και του έθνους. Να ακολουθήσει την δική σου εξέλιξη.
Και κάπως έτσι γίνεται ο άνθρωπος φασίστας…