Δήμοι σαν… εφορίες!
Με βάση το ν/σ του ΥΠΕΣ που βρίσκεται σε δημόσια διαβούλευση, προωθούνται κατασχέσεις σε υπόλοιπα τραπεζικών λογαριασμών ασυνεπών οφειλετών που θα επιβάλλουν πλέον και οι Δήμοι όλης της χώρας, εφαρμόζοντας τις διαδικασίες-εξπρές που ήδη προβλέπονται και έχουν υιοθετηθεί εδώ και μερικά χρόνια από τις φοροεισπρακτικές υπηρεσίες της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων.
Συνήθως οι οφειλές αυτές προέρχονται από κλήσεις της Δημοτικής Αστυνομίας, οι οποίες καλούνται να πληρωθούν ακόμη και μετά από 20 χρόνια! για αυτές τις οφειλές οι Δήμοι στέλνουν ειδοποιήσεις, κάποιοι πολίτες μπορεί να μην τις λαμβάνουν και εκεί… ξεκινούν οι αντιπαραθέσεις.
Να σημειώσουμε ότι σύμφωνα με το Άρθρο 9 του ΚΔΕ τα μέτρα που εφαρμόζονται για την είσπραξη των δημοσίων εσόδων είναι αναγκαστικά και είναι τα παρακάτω:
α) κατάσχεση κινητών, είτε στα χέρια του οφειλέτη είτε κινητών και απαιτήσεών του εν γένει στα χέρια τρίτου,
β) κατάσχεση ακινήτων.
Να τονιστεί δε, ότι δεν απαιτείται η κοινοποίηση της ατομικής ειδοποίησης υπερημερίας για την επιβολή κατάσχεσης στις περιπτώσεις κατάσχεσης χρημάτων ή χρηματικών απαιτήσεων στα χέρια του υπόχρεου ή τρίτου.
Τι αλλάζει ο νέος νόμος
Πλέον, με το νέο νομοθετικό πλαίσιο οι Δήμοι θα έχουν μεγαλύτερη ευελιξία στην αναγκαστική είσπραξη εσόδων καθώς θα λειτουργούν σαν… ΑΑΔΕ και ο Προϊστάμενος της οικονομικής υπηρεσίας του εκάστοτε δήμου θα μπορεί να διαχειρίζεται τα περί κατασχέσεων με ηλεκτρονικά μέσα.
Ειδικότερα το άρθρο Άρθρο 26 του νέου νομοσχεδίου προβλέπει:
Για κάθε είδους οφειλές προς τους Δήμους και τα νομικά τους πρόσωπα, το ύψος των οποίων υπερβαίνει τις δέκα χιλιάδες ευρώ (10.000€), ο οφειλέτης δικαιούται να υπαχθεί, με αίτησή του, στον εξωδικαστικό μηχανισμό ρύθμισης οφειλών του ν. 4738/2020 (A’ 207).
Σε αυτήν την περίπτωση, το χρέος ως σύνολο απαιτήσεων (αρχικού οφειλόμενου ποσού, τυχόν προστίμων και προσαυξήσεων), βεβαιώνεται στην οικεία Δ.Ο.Υ. η οποία πλέον το διαχειρίζεται ως χρέος του Δημοσίου, ενεργώντας όλες τις πράξεις που ορίζονται στις ρυθμίσεις του ν. 4738/2020.
Στις περιπτώσεις επιτυχούς προόδου του μηχανισμού και είσπραξης οφειλομένων, η Α.Α.Δ.Ε. παρακρατά ποσοστό πέντε τοις εκατό (5%) αυτών και αποδίδει τα υπόλοιπα εισπραχθέντα στον δικαιούχο, δήμο ή νομικό πρόσωπο εντός τριάντα (30) ημερών από την είσπραξή τους.
Σε όλες τις άλλες περιπτώσεις, η Δ.Ο.Υ. ενεργεί σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 82 του Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων (ν. 4978/2022, Α’ 190).
Επιπλέον, στο άρθρο 167 του ν. 3463/2006 (Α’ 114), περί είσπραξης εσόδων των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης, προστέθηκε με το ν/σ το εξής:
«5. Ειδικά για την εφαρμογή από τους δήμους του άρθρου 32 του ν. 4978/2022 (Α’ 190), περί κατασχέσεων στα χέρια πιστωτικών ιδρυμάτων με ηλεκτρονικά μέσα, όπου στην παρ. 1 του ανωτέρω άρθρου αναφέρεται ο Διοικητής της ΑΑΔΕ, νοείται ο Προϊστάμενος της Γενικής Διεύθυνσης Οικονομικών Τοπικής Αυτοδιοίκησης και Αναπτυξιακής Πολιτικής του Υπουργείου Εσωτερικών, και όπου στην παρ. 5 αναφέρεται ο Διοικητής της ΑΑΔΕ νοείται ο Προϊστάμενος της οικονομικής υπηρεσίας του δήμου.».
Γενικότερα, ως προς τις ρυθμίσεις οφειλών στους Δήμους το άρθρο 25 αναφέρει:
Κάθε είδους οφειλές προς τους Δήμους και τα νομικά τους πρόσωπα, από φυσικά πρόσωπα τα οποία πληρούν τα κριτήρια του ευάλωτου οφειλέτη σύμφωνα με την περ. α) του άρθρου 217 του ν. 4738/2020 (Α’ 207), περί ευάλωτου οφειλέτη, και έχουν εκδώσει βεβαίωση ευάλωτου οφειλέτη, σύμφωνα με την περ. β) του ίδιου άρθρου, εφόσον αυτές έχουν βεβαιωθεί έως την 31η.8.2024, δύναται, ύστερα από αίτηση του οφειλέτη προς την αρμόδια για την είσπραξή τους υπηρεσία του οικείου δήμου ή του νομικού του προσώπου, να ρυθμίζονται και να καταβάλλονται με απαλλαγή από τις προσαυξήσεις και τόκους εκπρόθεσμης καταβολής του Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων (ν. 4978/2022, Α’ 190), καθώς και από τα πρόστιμα λόγω εκπρόθεσμης υποβολής ή μη υποβολής ή ανακριβούς δήλωσης ή λόγω μη καταβολής τέλους, ως εξής:
α) αν εξοφληθούν εφάπαξ, με απαλλαγή κατά ποσοστό ενενήντα πέντε τοις εκατό (95%),
β) αν εξοφληθούν σε δύο (2) έως έξι (6) δόσεις, με απαλλαγή κατά ποσοστό ογδόντα πέντε τοις εκατό (85 %),
γ) αν εξοφληθούν σε επτά (7) έως δώδεκα (12) δόσεις, με απαλλαγή κατά ποσοστό ογδόντα τοις εκατό (80%),
δ) αν εξοφληθούν σε δεκατρείς (13) έως εξήντα (60) δόσεις, με απαλλαγή κατά ποσοστό εβδομήντα πέντε τοις εκατό (75%).
Κάθε είδους οφειλές προς τους Δήμους και τα νομικά τους πρόσωπα, από φυσικά πρόσωπα τα οποία δεν ανήκουν στην κατηγορία του ευάλωτου οφειλέτη της παρ. 1, καθώς και από νομικά πρόσωπα, εφόσον αυτές έχουν βεβαιωθεί έως τις 31.8.2024, δύναται, ύστερα από αίτηση του οφειλέτη προς την αρμόδια για την είσπραξή τους υπηρεσία του οικείου δήμου ή του νομικού του προσώπου, να ρυθμίζονται και να εξοφλούνται σε έως εξήντα (60) δόσεις.
Οι δόσεις των παρ. 1 και 2 είναι μηνιαίες και ισόποσες πλην της τελευταίας που μπορεί να είναι μικρότερη των υπολοίπων. Κάθε δόση, πλην της τελευταίας, δεν μπορεί να είναι μικρότερη των πενήντα ευρώ (50) ευρώ.
Στη ρύθμιση του παρόντος άρθρου μπορεί, επίσης, να υπάγονται και οφειλές που κατά την ημερομηνία υποβολής της αίτησης:
α) τελούν σε αναστολή, διοικητική ή εκ του νόμου,
β) έχουν υπαχθεί σε προηγούμενη ρύθμιση ή διευκόλυνση τμηματικής καταβολής, η οποία είναι σε ισχύ, με απώλεια των ευεργετημάτων της προηγούμενης ρύθμισης και χωρίς η υπαγωγή τους να συνεπάγεται επιστροφή καταβληθέντων ποσών,
γ) δεν έχουν βεβαιωθεί, επειδή εκκρεμεί για αυτές δικαστική αμφισβήτηση σε οποιονδήποτε βαθμό, εφόσον, στην τελευταία περίπτωση, ο οφειλέτης παραιτηθεί από τα ασκηθέντα ένδικα βοηθήματα ή μέσα. Αν με το ένδικο βοήθημα είχε συνυποβληθεί αίτημα συμβιβαστικής επίλυσης της διαφοράς, η ανωτέρω παραίτηση καταλαμβάνει και το αίτημα αυτό. Βεβαίωση της γραμματείας του δικαστηρίου, όπου εκκρεμούσε η υπόθεση, ότι έχει υποβληθεί παραίτηση, επισυνάπτεται στην αίτηση υπαγωγής στη ρύθμιση.
Η αίτηση του οφειλέτη για την υπαγωγή στη ρύθμιση του παρόντος υποβάλλεται έως την 30η.11.2024.
Η ρύθμιση χορηγείται με απόφαση που εκδίδεται από τον προϊστάμενο της οικονομικής υπηρεσίας του δήμου ή του νομικού προσώπου, η οποία γνωστοποιείται στον αιτούντα, με συστημένη επιστολή αν η αίτηση υποβλήθηκε έγχαρτα ή με ηλεκτρονικό ταχυδρομείο αν υποβλήθηκε ψηφιακά.
Η πληρωμή, είτε του εφάπαξ ποσού είτε της πρώτης δόσης, πραγματοποιείται μέσα σε τρεις (3) εργάσιμες ημέρες από την ημέρα γνώσης του οφειλέτη περί υπαγωγής του στη ρύθμιση, διαφορετικά η ρύθμιση καταργείται αυτοδικαίως. Οι επόμενες δόσεις καταβάλλονται μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα του αντίστοιχου μήνα, χωρίς να απαιτείται ιδιαίτερη ειδοποίηση του οφειλέτη.
Η καθυστέρηση καταβολής δόσης συνεπάγεται την επιβάρυνση με μηνιαία προσαύξηση πέντε τοις εκατό (5%) επί του ποσού της δόσης, από την επομένη της ημέρας που όφειλε αυτή να καταβληθεί.
Εφόσον ο οφειλέτης της παρ. 1, σε οποιοδήποτε στάδιο της ρύθμισης, εξοφλήσει εφάπαξ τις υπόλοιπες δόσεις των ρυθμισμένων οφειλών, παρέχεται απαλλαγή κατά ποσοστό επί του εναπομείναντος ποσού των προσαυξήσεων εκπρόθεσμης καταβολής και των προστίμων, ίσο με αυτό που αντιστοιχεί στον αριθμό των μηνιαίων δόσεων που τελικά διαμορφώνεται, με αντίστοιχη τροποποίηση της απόφασης του αρμόδιου οργάνου της παρ. 6.
Κατά τη διάρκεια της ρύθμισης, εφόσον δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις δέσμευσης χορήγησης αποδεικτικού φορολογικής ενημερότητας από άλλη αιτία και ο οφειλέτης έχει καταβάλει:
α) το πέντε τοις εκατό (5%) της ρυθμιζόμενης οφειλής του, για οφειλή μέχρι πέντε χιλιάδες (5.000) ευρώ, ή
β) το δέκα τοις εκατό (10%) της ρυθμιζόμενης οφειλής του, για οφειλή από πέντε χιλιάδες και ένα λεπτό του ευρώ (5.000,01) και άνω,
ο Δήμος ή το νομικό πρόσωπο προβαίνει σε εντολή άρσης της δέσμευσης αυτής προς την αρμόδια Δημόσια Οικονομική Υπηρεσία (Δ.Ο.Υ.) και σε εντολή για επαναδέσμευση σε περίπτωση καθυστέρησης καταβολής έστω και μίας από τις δόσεις.
Σε περίπτωση μη καταβολής δύο (2) συνεχόμενων δόσεων ή τριών (3) δόσεων συνολικά, η ρύθμιση διακόπτεται και βεβαιώνονται εκ νέου τα οφειλόμενα, μαζί με τα πρόστιμα και τις προσαυξήσεις που έχουν διαγραφεί. Ο προϊστάμενος της ταμειακής υπηρεσίας γνωστοποιεί στην οικεία Δ.Ο.Υ. το συνολικά οφειλόμενο ποσό (αρχική οφειλή, πρόστιμα, προσαυξήσεις και τόκους), το οποίο πλέον βεβαιώνεται σε αυτή και εισπράττεται με ευθύνη της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.). Η Α.Α.Δ.Ε. παρακρατά το πέντε τοις εκατό (5%) του ποσού που εισπράττεται και το υπόλοιπο καταβάλλεται στον δικαιούχο δήμο ή νομικό πρόσωπο εντός τριάντα (30) ημερών από την είσπραξή του.