(Και) ο κ. Γιώργος Τσοπανίδης, πρώην Πρόεδρος του Δημοτικού Συμβουλίου Νέας Ιωνίας, ανακοίνωσε της αποχώρησή του από το ΠΑΣΟΚ
Εντάχθηκα στο ΠΑΣΟΚ στην αρχή των σπουδών μου στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου της Αθήνας πριν από 21 χρόνια, την περίοδο που αυτό ήταν στην αντιπολίτευση. Η ένταξή μου αυτή, αμέσως μετά την ενηλικίωσή μου, ήταν αποτέλεσμα μιας διαδικασίας ιδεολογικής, πολιτικής, αλλά και ταξικής συνειδητοποίησης.
Με γνώμονα τα παραπάνω αγωνίστηκα με όσες δυνάμεις είχα, αρχικά από το χώρο της Νεολαίας και κατόπιν από αυτόν της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, για έναν προοδευτικό πολιτικό φορέα που θα μπορούσε μέσω της άσκησης πολιτικής να φέρει κοινωνικές αλλαγές στον τόπο μας, αλλαγές προς όφελος των εργαζομένων, των αυτοαπασχολουμένων και των πραγματικών παραγωγικών τάξεων και δυνάμεων αυτού του τόπου.
Οι μεγάλες δημοκρατικές και κοινωνικές αλλαγές και κατακτήσεις στις οποίες όχι μόνο συνέτεινε, αλλά και διαμόρφωσε πρωτοπόρα το ΠΑΣΟΚ τη δεκαετία του ’80 ήταν για μένα πυξίδα για την πολιτική μου κατεύθυνση. Τα χρόνια που ακολούθησαν, έγιναν πολλά. Ο Ανδρέας Παπανδρέου διαχειρίστηκε υποδειγματικά και με αποτελεσματικότητα την πολιτική κρίση και τα προβλήματα που ανέκυψαν την περίοδο 1993 – 1996, διαφυλάττοντας στο μέγιστο δυνατό βαθμό τις κατακτήσεις του ελληνικού λαού και τα εισοδήματα των αδύναμων οικονομικά τάξεων και στρωμάτων. Παράλληλα, με τη θεσμοθέτηση του ΑΣΕΠ έβαλε κανόνες για αξιοκρατικές προσλήψεις στο δημόσιο τομέα, ενώ ταυτόχρονα άσκησε περήφανη και αξιόπιστη εξωτερική πολιτική.
Μετά το θάνατο του Ανδρέα Παπανδρέου και με διάθεση να συμβάλλω ώστε οι δυνάμεις του δημοκρατικού σοσιαλισμού να ξαναγίνουν κυρίαρχες στον πολιτικό φορέα που ανήκα, αγωνίστηκα με υπομονή και ενταγμένη κομματικά κριτική. Ο χώρος της Τοπικής Αυτοδιοίκησης στον οποίο ο καθένας μας έρχεται σε επαφή με το λαό και έχει τη δυνατότητα εάν το επιθυμεί να συμβάλλει με τις παρεμβάσεις του για την βελτίωση της καθημερινότητας του πολίτη είναι γόνιμος για την άσκηση προοδευτικής πολιτικής. Από εκεί, αγωνιζόμενος μέσα από τις δυνατότητες αλλά και τις ατέλειες ενός μεγάλου πολιτικού φορέα, όπως το ΠΑΣΟΚ, συνέβαλα όσο μπορούσα προς την παραπάνω κατεύθυνση, παρά την οποιαδήποτε δυσκαμψία καθεστωτικών και μισαλλόδοξων λογικών που ενίοτε είχα να αντιπαλέψω.
Το 2007 μαζί με άλλους συντρόφους σταθήκαμε στο πλευρό του Γιώργου Παπανδρέου και πιστέψαμε στις δυνατότητες που είχε αυτός ο πολιτικός φορέας να φέρει πάλι στο προσκήνιο πολιτικές αναδιανομής του πλούτου και να γίνει ξανά φορέας κοινωνικών αλλαγών προοδευτικής κατεύθυνσης και περισσότερου εκδημοκρατισμού στο πολιτικό σύστημα της χώρας.
Η επικράτηση των δυνάμεων της συντήρησης και του νεοφιλελευθερισμού στην Ευρώπη και η σκληρή μονεταριστική πολιτική που αυτές επιβάλλουν συνέθλιψαν κάθε δύναμη και προσπάθεια ανάταξης του προοδευτικού χώρου και άσκησης πολιτικών αναδιανομής υπέρ των ασθενέστερων στην Ελλάδα, ακόμη και μετά την άνοδο του ΠΑΣΟΚ στην κυβέρνηση τον Οκτώβριο του 2009.
Το χειρότερο όμως είναι ότι αυτές οι πολιτικές που στην αρχή της διακυβέρνησης του Γιώργου Παπανδρέου αντιμετωπίσθηκαν ως πολιτικές εκτός ιδεολογίας ΠΑ.ΣΟ.Κ., σιγά – σιγά υιοθετήθηκαν ως κυρίαρχες από το βασικό κομματικό και κυβερνητικό κορμό, ακόμη και όταν δεν δικαιολογούνταν από καμία εισπρακτική ανάγκη.
Είναι λυπηρό να βλέπεις πως ένα προοδευτικό κίνημα, που διεύρυνε τη δημοκρατία στον τόπο και αναγνώρισε την Εθνική Αντίσταση, έφτασε να συμμαχεί με τη Δεξιά Παράταξη και ακόμα χειρότερα με αυτή την Ακροδεξιά και τη νομιμοποίησε ως ισότιμο συνδιαμορφωτή – πολιτειακό παράγοντα στα μάτια της κοινωνίας, με αποτέλεσμα η πιο ακραία εκδοχή της τελευταίας να βρίσκεται προ των πυλών του Κοινοβουλίου.
Είναι οδυνηρό να παρατηρείς πως οι βουλευτές του ίδιου κόμματος που μέχρι πρότινος δήλωναν πως αντιμάχονταν τα συμφέροντα των τραπεζιτών και των μεγαλοεκδοτών, αποκαθήλωσαν και μάλιστα με τη συναίνεση και τη συνευθύνη του (!), τον αρχηγό τους και εκλεγμένο πρωθυπουργό, μια μέρα μόλις αφ’ ότου του έδωσαν ψήφο «εμπιστοσύνης», για να διορίσουν στη θέση του πρωθυπουργό, με τη σύμπραξη της Δεξιάς και της Ακροδεξιάς, έναν μη εκλεγμένο από το λαό, τεχνοκράτη – επαγγελματία τραπεζίτη.
Είναι απαράδεκτο για τη συνείδησή μου, στο έτος 2012, οι μισθωτοί και οι συνταξιούχοι να συνεισφέρουν φορολογικά το 75% περίπου των συνολικών φόρων, όταν το βιομηχανικό και εμπορικό κεφάλαιο βαρύνεται μόνο με το 9% περίπου.
Είναι ανεπίτρεπτο, κατά την άποψή μου, για ένα σοσιαλιστή να υπερψηφίζει την περικοπή των κατώτατων μισθών του ιδιωτικού τομέα, τη στιγμή που αυτό το μέτρο καμία εισπρακτική ωφέλεια δεν αποφέρει για το κράτος, το αντίθετο μάλιστα…
Είναι εξωφρενικό να μειώνεται κατά 22% περίπου το επίδομα ανεργίας, να χάνονται χιλιάδες θέσεις εργασίας και από την άλλη να απορρίπτεται κατηγορηματικά οποιαδήποτε πρόταση για «κούρεμα» των χρεών των πολιτών προς τις τράπεζες…
Είναι τουλάχιστον πολιτικός αμοραλισμός ένα σοσιαλιστικό κόμμα να στηρίζει πολιτικές ξεριζώματος του κράτους πρόνοιας και πλήρους βαλκανιοποίησης των μισθών και γενικά της ελληνικής οικονομίας, τη στιγμή μάλιστα που το κόστος ζωής είναι εξαιρετικά δυσανάλογα υψηλό, έτσι ώστε με μαθηματική ακρίβεια να οδηγείται η οικονομία σε μαρασμό και η κοινωνία σε εξαθλίωση και απόγνωση.
Είναι λυπηρό που το ΠΑΣΟΚ, από φορέας προοδευτικών πολιτικών αλλαγών και δημοκρατικών και κοινωνικών κατακτήσεων έχει δυστυχώς καταλήξει να αποτελεί ένα συντηρητικό μηχανισμό λειτουργίας του κράτους και αναπαραγωγής, μέσω της άσκησης συγκεκριμένης κατεύθυνσης πολιτικών, των ταξικών σχέσεων κυριαρχίας.
Είναι αντίθετο πλέον με τη συνείδησή μου να συνεχίζω να στηρίζω από συναισθηματισμό ή από εμμονή και μόνο το σημερινό ΠΑΣΟΚ.
Ίσως για κάποιους να έχω ήδη αργήσει αρκετά και δεν θα διαφωνήσω και πολύ μαζί τους. Σε όσους αναγνωρίζουν σ’ αυτή την επιστολή μου κάτι από τις δικές τους σκέψεις, έχω να πω «καλή αντάμωση!», σε όσους σπεύσουν να με κατακρίνουν, ένα απλό «αντίο…»
Γιώργος Τσοπανίδης
Νέα Ιωνία