Άρθρο της κας Αιμιλίας Λυμπεράκη-Besson
Η κα Αιμιλία Λυμπεράκη-Besson καταθέτει τις απόψεις της σχετικά με το μείζον ζήτημα της αξιολόγησης στο δημόσιο και ιδιωτικό τομέα σε ένα εξαιρετικά ενδιαφέρον άρθρο.
Αξίζει να αναφερθεί πως το άρθρο έχει σταλεί στον Υπουργό Διοικητικής Μεταρρύθμισης κ. Χρ. Βερναρδάκη και στην Πρόεδρο του ΕΚΔΔΑ, οι οποίοι και απάντησαν.
Το άρθρο της έχει ως εξής:
“Η αξιολόγηση ως αρχή και προϋπόθεση της αποτελεσματικότητας, είναι μια διαδικασία που κατά κανόνα εφαρμόζεται σε όλες τις ανθρώπινες δραστηριότητες, είτε είναι οικονομικές, είτε κοινωνικές.
Όταν πρόκειται για το ανθρώπινο δυναμικό, η αντικειμενική αξιολόγηση χωρίς παρεκκλίσεις αποτελεί θεμέλιο λίθο για την αξιοκρατία, αλλά κυρίως για την αποδοτικότητα κάθε ατομικού και κοινωνικού κυττάρου. Εργαζόμενοι, επιχειρήσεις, υπηρεσίες, διοίκηση, απόδοση, όλα αξιολογούνται, είτε τυπικά και εμφανώς, είτε άτυπα. Όλοι περνάνε καθημερινά από τεστ αξιολόγησης, ανεξαρτήτως αν την αντιλαμβάνονται ή όχι και αν την αξιοποιούν για να διορθώσουν τις αδυναμίες τους και να βελτιωθούν.
Η περίπτωση της Δημόσιας Διοίκησης (Δ.Δ.) της χώρας μας δυστυχώς δεν εμπίπτει στην ορθή εφαρμογή της παραπάνω αρχής! Αντίθετα, η αξιοκρατική αξιολόγηση της Δ.Δ. αποτελεί ζητούμενο εδώ και δεκαετίες. Ωστόσο, η κοινωνία αξιολογεί και βαθμολογεί καθημερινά τη Δ.Δ. και δυστυχώς, τη βαθμολογεί διαρκώς και με χειρότερο βαθμό.
Μια παθογένεια κομματισμού, συντεχνιασμού και αναξιοκρατίας που συντηρούν κατά κύριο λόγο οι πολιτικές ηγεσίες, συνδυαζόμενη με δεσμούς αλληλεξάρτησης, αναπαράγεται συνεχώς, με αποτέλεσμα να εμποδίζεται και το ανθρώπινο δυναμικό και το σύνολο της Διοίκησης, να λειτουργήσουν αποδοτικά. Άνθρωποι με προσόντα αδρανοποιούνται και υποβαθμίζονται από το σύστημα το οποίο δεν ανέχεται παραβίαση της «αρχής της αδράνειας»!
Τα βήματα που επιχειρήθηκαν τα τελευταία χρόνια για να θεσπιστεί η αξιολόγηση μάλλον δεν ήταν απαλλαγμένα από τις παλιές παθογένειες αναπαραγωγής του ίδιου κράτους, αλλά επιπλέον περιείχαν ανελαστικά και τον αποκλεισμό μέχρι απόλυσης, τμήματος των δημοσίων υπαλλήλων.
Τελικά, παρά τις κατά καιρούς διακηρύξεις περί αξιοκρατικής αξιολόγησης, στην πραγματικότητα επικρατούσε και αναπαράγονταν πάντα ο κομματισμός, η αναξιοκρατία και η υποβάθμιση κάθε πραγματικής δύναμης αποδοτικότητας. Σήμερα, αυτό που μπορούμε να φωτογραφίσουμε στο δημόσιο είναι μια γηρασμένη μορφή διοίκησης από τη χρόνια αναπαραγωγή της Διοίκησης με ίδια αναξιοκρατικά δεδομένα.
Δυστυχώς, χωρίς «αποπολιτικοποίηση», δηλαδή αποκομματικοποίηση του κράτους, είναι αδύνατο να απαλλαγεί η Δ.Δ. από τις παραπάνω παθογένειες. Η «αποπολιτικοποίηση», ευρωπαϊκό αίτημα και μεταξύ των προαπαιτούμενων, θα αποκαταστήσει την εσωτερική υγεία και συνέχεια της Διοίκησης και του κράτους. Το Κράτος θα μπορεί να λειτουργεί στη βάση των νόμων και του Συντάγματος, χωρίς να έχει άμεση ανάγκη και εξάρτηση από την καθοδήγηση της πολιτικής ηγεσίας για την εφαρμογή τους. Παράλληλα, θα θωρακίσει τη Διοίκηση από κομματικές μικροπολιτικές και από, καθ’ υπέρβαση του νόμου, παρεμβάσεις. Η θέσπιση π.χ. ενός Γενικού Διευθυντή σε κάθε Υπουργείο με θέση «Μόνιμου Υφυπουργού» και με όλες τις ευθύνες συνέχειας της Διοίκησης του Κράτους, ανεξαρτήτως αλλαγών πολιτικής ηγεσίας, θα μπορούσε να διορθώσει πολλά κακώς κείμενα. Δεν μιλάμε για αυτονόμηση της Διοίκησης από την κυβέρνηση, αλλά για θωρακισμένη λειτουργία της στη βάση του νόμου!
Αξιολόγηση σε ποια βάση;
Η κυβέρνηση που προήλθε από τις εκλογές της 25ης Ιανουαρίου 2015, καθηλωμένη από την αναποφασιστικότητα και την αναβλητικότητα που χαρακτήρισε όλη τη θητεία της, αντί να προχωρήσει σε βαθιές νομοθετικές και δομικές τομές, με σκοπό ν’ αποκαταστήσει τις αρχές της αντικειμενικής αξιολόγησης, διατήρησε μοιρολατρικά όλη την παλιά δομή διοίκησης, ενώ δεν προχώρησε σε νέα νομοθεσία που θα εξάλειφε της αδικίες του προηγούμενου ν. 4275/14 που αναπαρήγαγε το κομματικό κράτος.
Η νέα κυβέρνηση έχει εκ των πραγμάτων την υποχρέωση να προχωρήσει άμεσα σε βαθιές τομές και αξιοκρατική, αποκομματικοποιημένη, αξιολόγηση για να αποκαταστήσει την αξιοκρατία στη Δ.Δ., επειδή δε, είναι η πρώτη αξιολόγηση μετά από δεκαετίες κυβερνήσεων που υποδαύλιζαν την αναξιοκρατία, οφείλει η πρώτη αξιολόγηση του ανθρώπινου δυναμικού να σπάσει τα φράγματα προηγούμενων νόμων που στην ουσία απαγόρευαν την ανάληψη θέσεων ευθηνής από μη αρεστά πρόσωπα.
Δεν είναι δυνατόν μέσω της μοριοδότησης προηγούμενης κατάληψης θέσεων ευθύνης, να υπερισχύσουν στην αξιολόγηση πρόσωπα, που ανεξαρτήτως πραγματικών προσόντων και ικανοτήτων, κατέλαβαν θέσεις ευθύνης και τώρα να βρίσκονται σε πλεονεκτική θέση, αναπαράγοντας την προηγούμενη παθογενή κατάσταση.
«Μπορούμε να περιμένουμε μια παλιά διοίκηση με ανορθόδοξη στελέχωση και διορισμούς, παλιές νοοτροπίες και ξεπερασμένες αντιλήψεις, να αποτελέσει όχημα προώθησης ευέλικτων αναπτυξιακών πολιτικών και καινοτόμου αναπτυξιακής λειτουργίας; Φυσικά όχι!» (1)
Θα λέγαμε μάλιστα ότι θα ήταν καινοτομία, αν αντί μοριοδότησης από προηγούμενες θέσεις διοίκησης, η αξιολόγηση πραγματοποιείτο με ελάχιστη ή καθόλου επίδραση από αυτές τις θητείες, ώστε να κοπεί ο ομφάλιος λώρος δεσμών με προηγούμενη πρακτική στελέχωσης της Διοίκησης. Στην ουσία χρειαζόμαστε μια «νέα αρχή» από «μηδενική βάση»! Η «νέα αρχή» δεν μπορεί παρά να είναι η αξιολόγηση κάθε δημοσίου υπαλλήλου και κάθε κρινόμενης θέσης εργασίας και ευθύνης, σε αυτή τη φάση, αντικειμενικά, με διαφάνεια και από «μηδενική βάση».
«Η «μηδενική βάση» θα θέσει εκτός αξιολόγησης όλα τα εξ απονομής «προσόντα» που αναφέρονται στην κατάληψη θέσεων ευθύνης στη Δημόσια Διοίκηση, μέσω κομματικών διορισμών και θα αναδείξει νέα στελέχη, με βάση τα ουσιαστικά τους προσόντα. Ειδικότερα, εμπειρίες σε εξειδικευμένο αντικείμενο που αποκτήθηκαν, είτε στο Δημόσιο, είτε στον Ιδιωτικό τομέα, πρέπει να αποκτούν ειδικό βάρος στην αξιολόγηση, ώστε να αναδεικνύονται στελέχη με ικανότητα να εκπληρώνουν το έργο τους με πλήρη επαγγελματισμό». (2)
Αξιολόγηση, Δημόσια Διοίκηση και Ιδιωτικός τομέας
Στη χώρα μας λοιπόν, αποτελεί σοβαρό πολιτικό πρόβλημα η αξιολόγηση της απόδοσης και του ανθρώπινου δυναμικού του δημοσίου τομέα. Όμως αυτή πρέπει να προχωρήσει οπωσδήποτε, γιατί οι συνέπειες στην οικονομία και την κοινωνία είναι εμφανείς.
Ο Ιδιωτικός τομέας συνήθως αφήνεται εκτός συζήτησης αξιολόγησης, γιατί είναι γνωστό ότι εκεί λειτουργούν οι ανελαστικοί κανόνες της αγοράς, οι οποίοι δεν αφήνουν πολλά περιθώρια για λάθη. Κάθε λάθος θα εμφανιστεί αμέσως στον ανταγωνισμό, στην παραγωγή, στην κατανάλωση και τελικά στην επιχείρηση, υπονομεύοντας τη βιωσιμότητά της. Χωρίς μεγάλες διαδικασίες οι ανελαστικοί αυτοί κανόνες επιβάλλουν την μεγίστη ευελιξία στον ιδιωτικό τομέα και έτσι αξιολογείται αυτόματα το ανθρώπινο δυναμικό, η ποιότητα της εργασίας, η ποιότητα της διοίκησης, τα τεχνικά μέσα, η οργάνωση και τελικώς η επιχείρηση και ο επιχειρηματίας. Η αγορά δεν λαθεύει στην αξιολόγηση.
Τι γίνεται όμως όταν πρόκειται για τη Δημόσια Διοίκηση (Δ.Δ.), η οποία δεν είναι επιχείρηση για να αξιολογηθεί από την αγορά; Εδώ, την αγορά την αντικαθιστούν οι θεσμοί και κυρίως οι πολιτικές ποιότητας και αξιολόγησης.
Στο σημείο αυτό, επισημαίνουμε ότι η ποιότητα της Δ.Δ. αντανακλάται ευθέως στην κοινωνία και στην οικονομία, παρότι ορισμένοι τις θεωρούν, λανθασμένα, αποκομμένες μεταξύ τους νησίδες.
Είναι γνωστό ότι «ο βαθμός ανάπτυξης της οικονομίας και της κοινωνίας είναι ευθέως ανάλογη του βαθμού αναπτυξιακής λειτουργίας της Δημόσιας Διοίκησης σε κάθε χώρα. Ομοίως, και παρά τις φαινομενικές διαφορές, η παραγωγικότητα και η ανταγωνιστικότητα της οικονομίας μας είναι ευθέως ανάλογες της ανταγωνιστικότητας και παραγωγικότητας του δημόσιου τομέα και της Δημόσιας Διοίκησης». (3)
Έτσι, όταν μιλάμε για αξιολόγηση, ποιότητα και αποδοτικότητα του Δημόσιου Τομέα, μιλάμε ταυτόχρονα και για σοβαρή επίδρασή τους στον Ιδιωτικό τομέα. Διδομένου δε ότι ο υλικός πλούτος της χώρας παράγεται κατά κανόνα στον Ιδιωτικό τομέα, γίνεται φανερό ότι η κατάσταση του Δημόσιου Τομέα ευθύνεται σε σημαντικό βαθμό για την υστέρηση της χώρας μας στην ποιότητα της ζωής, στην παραγωγικότητα/ανταγωνιστικότητα της χώρας αλλά και στην εξέλιξη του ΑΕΠ. (4)
Ευελιξία
Για να λυθεί η παραπάνω αντίφαση θα πρέπει, πέρα από τ’ άλλα, να εισαχθεί στη Δ.Δ. και ο κανόνας της ευελιξίας. Οι μεταβολές (ευελιξία) στον Ιδιωτικό τομέα είναι ταχύτατες και είναι αδιανόητο να παρεμποδίζονται από την αδυναμία του Δημόσιου τομέα να λειτουργήσει εξ ίσου ευέλικτα, παραγωγικά και ανταγωνιστικά. Για παράδειγμα, η μεγάλη γραφειοκρατία στην ίδρυση και λειτουργία των επιχειρήσεων, οι καθυστερήσεις σε προγράμματα και επενδύσεις υποδομών, η πολύ μικρή ως ανύπαρκτη στήριξη σε νέες επιχειρηματικές ιδέες, ευρεσιτεχνίες, νεοφυείς επιχειρήσεις, καινοτομίες, περιβαλλοντικές πολιτικές κ.α.., αντανακλούν την εσωτερική ανελαστικότητα της ίδιας της Δ.Δ. Αυτή η αντίφαση μπορεί να λυθεί μόνο με μεταρρυθμιστικά άλματα στη δομή και λειτουργία της Δ.Δ., μεταξύ των οποίων η συνεχής αντικειμενική αξιολόγηση, όπως γίνεται στον Ιδιωτικό τομέα, τηρώντας βέβαια την κανονικότητα και ιδιαιτερότητα του Δημοσίου.
Συμπέρασμα
Το μεγάλο ζήτημα που τίθεται πλέον επιτακτικά από πολλές πλευρές, όπως από τους φορείς της επιχειρηματικότητας και τους πολίτες, είναι πότε επιτέλους θα λειτουργήσει ορθολογικά και αποδοτικά η Δημόσια Διοίκηση. Γνωρίζουν καλά τι σημαίνει διαφθορά, αδράνεια, γραφειοκρατία, αναξιοκρατία και κομματισμός στη Δ.Δ. Εν κατακλείδι, στην πραγματικότητα το αίτημα για αξιοκρατία δεν είναι μόνο των Δημοσίων Υπαλλήλων που έχουν υποστεί για χρόνια την υποβάθμιση, την αναξιοκρατία, τον κομματισμό και τον αποκλεισμό, αλλά και των επιχειρήσεων και των πολιτών που υποφέρουν κυριολεκτικά από την κατάσταση που επικρατεί!
Παραπομπές
1. Αιμιλία Λυμπεράκη: Δημόσια Διοίκηση και Οικονομία
http://www.eea.gr/gr/el/articles/aim-lymperaki-dimosia-dioikisi-kai-oikonomia
2. Αιμιλία Λυμπεράκη: Τι Δημόσια Διοίκηση θέλουμε;
http://www.eea.gr/gr/el/articles/aim-lymperaki-ti-dimosia-dioikisi-theloyme
3. Αιμιλία Λυμπεράκη: Δημόσια Διοίκηση και Οικονομία
http://www.eea.gr/gr/el/articles/aim-lymperaki-dimosia-dioikisi-kai-oikonomia
4. Η Ελλάδα κατατάσσεται στην 81η θέση της παγκόσμιας κατάταξης για την ανταγωνιστικότητα, σύμφωνα με την έκθεση του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ (World Economic Forum) για το 2015-2016 – Η Ελλάδα κατατάσσεται χαμηλότερα από χώρες όπως η Ρουάντα (58η ), η Μποτσουάνα (71η ) αλλά και το Τατζικιστάν (80η). «Το Βήμα 30/9/2015»
http://www.tovima.gr/finance/article/?aid=741968
Η κ. Αιμιλία Λυμπεράκη – Besson είναι:
– Πτυχιούχος Γαλλικής Φιλολογίας,
– ΠΕ-Διοικητικός Οικονομικός στο Υπουργείο Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων,
– Υπότροφος σε Διεθνή Κύκλο Σπουδών “management” και Διαχείρισης Ανθρώπινου Δυναμικού στην Εθνική Σχολή Δημόσιας Διοίκησης της Γαλλίας (ΕΝΑ – Paris),
– Εμπειρογνώμονας, ενταγμένη στο Μητρώο Εκπαιδευτών του Ε.Κ.Δ.Δ.Α. με θεματικές ενότητες διδασκαλίας «Διοίκηση Ανθρώπινου Δυναμικού-management» & Εκπαιδευτική πολιτική – Ευρωπαϊκή διάσταση στην Εκπαίδευση & Μηχανισμοί παρακολούθησης και αξιολόγησης σε ευρωπαϊκό επίπεδο, στους τομείς Απασχόλησης, Κοινωνικής Ένταξης και Εκπαίδευσης»,
– Εμπειρογνώμονας του ευρωπαϊκού προγράμματος Erasmus Plus / IKY
– Πρώην μέλος του Δ.Σ. του Εθνικού Κέντρου Πιστοποίησης (ΕΚΕΠΙΣ)- ΕΟΠΠΕΠ
– 15 χρόνια απασχόλησης στον ιδιωτικό τομέα της οικονομίας
– Πρώην υπεύθυνη του τομέα Ευρωπαϊκών Προγραμμάτων και Διεθνών Σχέσεων της Γ.Σ.Ε.Β.Ε.Ε.