Σήμερα, από πολλές πόλεις της χώρας έχουν φύγει ή σύντομα θα το κάνουν οι περισσότερες τράπεζες. Από την Αγία Βαρβάρα έφυγαν ήδη οι τρεις και σύντομα φαίνεται ότι θα ακολουθήσει και η «Εθνική» (μένει μόνο το Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο), αν έως τότε η απόφαση αυτή δεν αναθεωρηθεί.
Επειδή όμως «ο λαϊκισμός ποτέ δεν πεθαίνει», αναρωτιούνται οι αφελείς και οι κακοπροαίρετοι και σιγοντάρουν οι «επιτήδειοι: Τι κάνει ο δήμαρχος; Αγνοούν προφανώς ότι δεν μπορεί να κάνει τίποτα ο δήμαρχος, όπως, ίσως, ούτε ο πρωθυπουργός διότι οι τράπεζες έχουν προ πολλού αφελληνισθεί.
Άβολη (κατά την επιεικέστερη εκδοχή) υποθέτω ότι είναι η θέση ενός πρωθυπουργού, έστω κι αν είναι ο λιγότερο υπεύθυνος, να παρακολουθεί ανήμπορος (;) να φεύγουν ΟΛΕΣ οι τράπεζες από μια περιοχή που διάλεξε να είναι βουλευτής της για να την στηρίξει περισσότερο.
Δεν πρόκειται, το λέω με επίγνωση, για την ασυδοσία των τραπεζών και το αδηφάγο κυνήγι του κέρδους που οι ίδιες οι τράπεζες επέλεξαν αλλά για την «πρόθυμη» επιλογή όλων των προηγούμενων κυβερνήσεων μετά την 12η Φεβρουαρίου του 2012 να διατηρήσουν οι τότε ιδιοκτήτες των τραπεζών τον πλήρη έλεγχό τους και μετά την γενναιόδωρη ανακεφαλαιοποίησή τους από το υστέρημα των πάντα «ευκολόπιστων και πάντα προδομένων» Ελλήνων πατριωτών.
Ας μιλήσουν τα κόμματα, που κυβέρνησαν (και τα τρία), για το πώς κομμάτι κομμάτι διέθεσαν περίπου 120 Δις Ευρώ για την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών, όταν η χρηματιστηριακή αξία όλων, ήταν μόλις 6 Δις Ευρώ, χωρίς το κράτος που τις χρυσοπλήρωσε από τα χρήματα του λαού (νά, πώς μεγάλωσε το χρέος) να πάρει ούτε μία μετοχή τους. Ή ας μην κλαίνε τώρα υποκριτικά πάνω από το χυμένο γάλα.
Είχε, τον Οκτώβρη του 2011 ψηφιστεί διάταξη, σύμφωνα με την οποία για τα χρήματα που θα έπαιρναν οι τράπεζες θα αποκτούσε το κράτος κοινές μετοχές με δικαίωμα ψήφου. Ήρθε όμως το δεύτερο μνημόνιο και τα σάρωσε όλα.
Το θέμα αυτό, «των κοινών μετοχών κατά τη διαδικασία ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών», συγκέντρωσε το ενδιαφέρον και τις ανησυχίες μεγάλης μερίδας βουλευτών κατά την κρίσιμη ψηφοφορία της 12ης Φεβρουαρίου του 2012 για το δεύτερο μνημόνιο και αποτέλεσε την πολιτική παράμετρο που θα καθόριζε τις εξελίξεις, τόσο στο εσωτερικό του τότε κυβερνώντος κόμματος, όσο και στο μέλλον της κυβέρνησης αλλά και στην πορεία της χώρας.
Παρακολουθώντας σήμερα κάποιους «ανύποπτους», πλην τιμητές, νοιώθω την ανάγκη να θυμίσω την διαγραφή κάποιων εξ ημών, βουλευτών τότε της κυβερνητικής πλειοψηφίας, που αρνηθήκαμε να ψηφίσουμε διότι, μεταξύ άλλων, “με τις συμφωνίες χρηματοδότησης της Ελλάδας από το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (EFSF) επιβάλλονταν σοβαρή ανακατανομή πόρων υπέρ των τραπεζών και σε βάρος των πολιτών”.
Να μην παραγνωρίζουμε βέβαια, ότι δίπλα στη δική μας δυσφορία βαδίζει η αγωνία και απελπισία 50.000 τραπεζοϋπαλλήλων που πρόκειται να χάσουν τη δουλειά τους.
Σήμερα τον πρώτο και τελευταίο λόγο για όλα τα θέματα και για το αν φύγουν ή μείνουν οι τράπεζες στην Αγία Βαρβάρα, στο Καματερό και αλλού, τον έχει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) και ο Εποπτικός Μηχανισμός (S.S.M.).
Απευθυνθήκαμε και εκεί. Και στους ευρωβουλευτές μας. Αλλά η προσδοκία μας εξαντλείται στο να ασκήσει το κύρος και την επιρροή της η Κυβέρνησή μας.
Λάμπρος Μίχος
Δήμαρχος Αγίας Βαρβάρας.