Πληθωρισμός: Η τάση αποκλιμάκωσης και η κρίση επιβίωσης των καταναλωτών
Ακόμη πιο πιεσμένοι οικονομικά αισθάνονται οι καταναλωτές στην Ελλάδα καθότι παρά τη μικρή αποκλιμάκωση του πληθωρισμού κατά τον Ιανουάριο σε σχέση με τον Δεκέμβριο εκτιμάται, οι τιμές των τροφίμων παραμένουν στα ύψη. Αύριο Πέμπτη αναμένεται να ανακοινωθεί από την ΕΛΣΤΑΤ ο εθνικός δείκτης πληθωρισμού του Ιανουαρίου, αν και τα στοιχεία της Eurostat για τον εναρμονισμένο δείκτη έχουν δώσει μια εικόνα για το πώς «μπήκε» το 2024.
Σύμφωνα με αυτά ο εναρμονισμένος δείκτης τιμών καταναλωτή κινήθηκε στο 3,2% από 3,7% τον Δεκέμβριο, κάτι το οποίο δείχνει ότι συντηρείται μία δυναμική, αν και κάποιοι αναλυτές εκτιμούν ότι θα συνεχιστεί η μείωση, παρά τη συνέχιση των δύο πολέμων στην ευρύτερη γειτονιά μας, αλλά και το θέμα των Χούθι. Την ίδια στιγμή, υπάρχουν και δεύτερες σκέψεις, καθότι το γεωπολιτικό περιβάλλον είναι πολύ ρευστό.
Πτώση της κατανάλωσης
Βασικό ζήτημα παραμένουν οι συνεχιζόμενες ανατιμήσεις σε βασικά προϊόντα, τα οποία πλήττουν τους καταναλωτές. Για αυτό άλλωστε και τα στελέχη της συγκεκριμένης αγοράς εκτιμούν ότι θα υπάρξει ουσιαστικά πτώση της κατανάλωσης. Είναι χαρακτηριστικό ότι σύμφωνα με την κυλιόμενη έρευνα τάσεων στο Λιανεμπόριο FMCG του Ινστιτούτου Έρευνας Λιανεμπορίου Καταναλωτικών Αγαθών (ΙΕΛΚΑ) αναμένεται μείωση του όγκου πωλήσεων το α’ εξάμηνο του 2024 (-1,3%) σε σχέση με το αντίστοιχο εξάμηνο του 2023. Επίσης, αναμένεται αύξηση της αξίας των πωλήσεων το α’ εξάμηνο του 2024 (+1,6%) σε σχέση με το αντίστοιχο εξάμηνο του 2023.
Πρόβλημα στο διαθέσιμο εισόδημα
Την ίδια στιγμή, όπως επισημαίνει η Alpha Bank στο εβδομαδιαίο δελτίο της για την ελληνική οικονομία, το ακαθάριστο διαθέσιμο εισόδημα κατέγραψε πτώση το 2020 εξαιτίας της πανδημίας και των μέτρων περιορισμού της οικονομικής δραστηριότητας που τέθηκαν σε εφαρμογή, η οποία υπερέβη την αντίστοιχη μείωση του Εναρμονισμένου Δείκτη Τιμών Καταναλωτή (-5,1% έναντι -1,3%). Στη συνέχεια, το 2021 το διαθέσιμο εισόδημα ανέκαμψε με σημαντικά υψηλότερο ρυθμό σε σχέση με τον ΕΝΔΤΚ (7,6% έναντι 0,6%), το οποίο αποδίδεται, σε μεγάλο βαθμό, στις επιδράσεις βάσης (base effects), καθώς η οικονομική δραστηριότητα άρχισε σταδιακά να ομαλοποιείται.
Ωστόσο, παρά το γεγονός πως και το 2022 το διαθέσιμο εισόδημα κατέγραψε εξίσου σημαντική αύξηση (7,6%), ο πληθωρισμός διαμορφώθηκε στο υψηλό επίπεδο του 9,3%, διαβρώνοντας το πραγματικό διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών. Το πρώτο εννεάμηνο του 2023 οι απώλειες σε πραγματικούς όρους αντισταθμίστηκαν μερικώς, καθώς ο ρυθμός ανόδου του ονομαστικού διαθέσιμου εισοδήματος ήταν σημαντικά υψηλότερος από τον ρυθμό αύξησης του ΕΝΔΤΚ (7,4% έναντι 4,4%).
Απαισιοδοξία
Η συνεχιζόμενη απαισιοδοξία των νοικοκυριών αποτυπώνεται και στον δείκτη καταναλωτικής εμπιστοσύνης που καταρτίζει το Ιδρυμα Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ), ο οποίος επιδεινώθηκε τον Ιανουάριο του 2024 και διαμορφώθηκε σε -46,3, στο χειρότερο επίπεδο από τον Φεβρουάριο του 2023. Το 59% των νοικοκυριών αναμένει επιδείνωση της οικονομικής του κατάσταση το προσεχές 12μηνο, το 60% προβλέπει άνοδο των τιμών, ενώ το 63% κρίνει ότι η οικονομική του κατάσταση δύσκολα μπορεί να προβλεφθεί, στοιχείο που δείχνει τον μεγάλο βαθμό αβεβαιότητας.
Κρίση διαβίωσης
Σύμφωνα με στοιχεία του ΙΝΕ/ΓΣΕΕ (Ιανουάριος 2024) το κύμα ακρίβειας σαρώνει όλα τα εισοδήματα και εξανεμίζει την αγοραστική δύναμη εκατομμυρίων χαμηλόμισθων και χαμηλοσυνταξιούχων, ενώ πολλά νοικοκυριά αντιμετωπίζουν ακόμα και κρίση επιβίωσης, καθώς δεν μπορούν να ικανοποιήσουν βασικές μηνιαίες δαπάνες τους.
Είναι χαρακτηριστικό ότι 7 στους δέκα εργαζόμενους δηλώνουν ότι δεν τα βγάζουν πέρα με τις υποχρεώσεις τους, το 55% έχει μειώσει συνολικά τις αγορές σε είδη τροφίμων, το 75% έχει ακυρώσει δαπάνες διασκέδασης, το 15% έχει αυξήσει το χρόνο εργασίας τους ή έχει βρει δεύτερη δουλειά προκειμένου να τα βγάλει πέρα, ενώ 1 στους 3 εργαζόμενους “τρώει από τα έτοιμα” χρησιμοποιώντας χρήματα από τις αποταμιεύσεις του προκειμένου να καλύψει τις αγορές του.
Ανατιμήσεις
Καταγράφοντας την εισοδηματική κρίση που προκαλεί το ράλι της ακρίβειας την τελευταία τριετία (2020 – 2023) σημειώνει ότι οι αυξήσεις σε βασικά είδη διατροφής έφτασαν στα ύψη. Συγκεκριμένα οι ανατιμήσεις σε έλαια και λίπη έφτασαν το 87,4%, στα λαχανικά το 35,2%, στα γαλακτομικά και τα αυγά στο 33,8%, στα κρέατα το 31,2%, στο ψωμί και τα δημητριακά 25,3%, στο ηλεκτρικό ρεύμα, φυσικό αέριο και καύσιμα το 39,1% και στα ενοίκια το 8,3%.
Την ίδια περίοδο ο πραγματικό μέσος μισθός σημείωσε μείωση. Συγκεκριμένα η μείωση ήταν της τάξης του 8,7% σε σχέση με το 2021, ενώ παρά τις ονομαστικές αυξήσεις των δύο τελευταίων ετών, η αγοραστική δύναμη του κατώτατου μισθού τον Οκτώβριο του 2023 ήταν στο ίδιο επίπεδο με την αγοραστική δύναμη του πραγματικού κατώτατου μισθού του 2015. «Η Ελλάδα είναι ουραγός στους μισθούς και πρωταθλήτρια στις τιμές και στην κερδοφορία στην Ευρώπη», σημειώνει το ΙΝΕ.