Η Αστυνομία, σε δύο περιπτώσεις, κατόπιν σχετικού αιτήματος πολιτών αλλά και εισαγγελικής εντολής, επενέβη για να ελέγξει αν σε κινηματογραφικές αίθουσες όπου προβαλλόταν ακατάλληλη για ανηλίκους ταινία βρίσκονταν άτομα κάτω των 18 ετών. Σε αυτούς τους ελέγχους που πραγματοποίησε η ΕΛΑΣ δεν έγιναν συλλήψεις ούτε σημειώθηκαν επεισόδια με άσκηση σωματικής ή λεκτικής βίας.
Το θέμα, ουσιαστικά, είναι μη θέμα∙ ανάξιο λόγου ώστε να απασχολεί τη δημόσια σφαίρα. Κι όμως, αυτό το μη θέμα χρησιμοποιήθηκε από τον προπαγανδιστικό μηχανισμό του πρόσφατα και πολλαπλά αποδοκιμασθέντος -από τον ελληνικό λαό- ΣΥΡΙΖΑ ώστε να καταδείξει την «ανελευθερία» και την «λογοκριτική διάθεση» που δήθεν χαρακτηρίζει την πολιτική που ασκεί η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας.
Ο ΣΥΡΙΖΑ, πάντως, έχει ένα ελαφρυντικό σε αυτό που κάνει: απλούστατα δεν γνωρίζει να ασκεί πολιτική με διαφορετικό τρόπο. Επειδή η απόπειρα ενασχόλησής του με τα ουσιώδη, όσο καιρό κυβερνούσε την Ελλάδα, στέφθηκε με παταγώδη αποτυχία επιδίδεται πάλι στην κολύμβηση στα γνώριμα, θολά νερά του λαϊκισμού, της υπερβολής και του αποπροσανατολισμού της κοινής γνώμης.
Αν έπαιρνε κάποιος στα σοβαρά τις φωνασκίες των ανθρώπων που το 2015 κόντεψαν να ρίξουν την πατρίδα μας στον γκρεμό, με τους κωμικοτραγικούς σχεδιασμούς για παράλληλο νόμισμα, τη «δημιουργική ασάφεια», και πολλά άλλα, θα σχημάτιζε την εντύπωση ότι η Αθήνα έγινε Τεχεράνη και ότι η Αστυνομία στέρησε από τους ανήλικους την ευκαιρία να… διαφωτιστούν μέσω της παρακολούθησης μιας ταινίας όπου ο πρωταγωνιστής σκοτώνει τη μητέρα του!
Όταν η ίδια ακριβώς η εφαρμογή ενός νόμου (3905/2010 του Υπουργείου Πολιτισμού που υπέγραψε μάλιστα ο κ. Ραγκούσης) χρησιμοποιείται από την αξιωματική αντιπολίτευση σαν ευκαιρία για να καταγγείλει την κυβερνητική πολιτική δεν μπορούμε να μιλάμε για τίποτε άλλο παρά για κατάντια. Ο ΣΥΡΙΖΑ είναι εκ φύσεως «κατασκευασμένος» για να θεωρεί ότι το κράτος πρέπει να εφαρμόζει τους νόμους κατά το δοκούν και ότι υπάρχει «καλή» και «κακή» εφαρμογή της νομοθεσίας. Αυτή η λογική, όμως, δεν ταιριάζει σε δημοκρατικά καθεστώτα αλλά σε τυραννίες, σαν αυτές που ταλαιπώρησαν τους λαούς που είχαν παγιδευτεί στο Σιδηρούν Παραπέτασμα. Οι τυραννίες δημιουργούν δρακόντειες νομοθεσίες με αρκετά ασαφή σημεία στις διατάξεις τους ώστε όλοι να μπορούν να χαρακτηριστούν –με τον έναν ή τον άλλον τρόπο- «ένοχοι» και η εξουσία να επιλέγει να τιμωρήσει εκείνους που την απειλούν.
Δεν είναι όλα για όλους και τα παιδιά σε όλο τον κόσμο και όχι μόνο στην Ελλάδα πρέπει να έρχονται σε επαφή με πράγματα που δεν θα τα τραυματίσουν ψυχολογικά. Δεν είναι «πρόοδος» να επιτρέπει κάποιος σε ένα παιδί να παρακολουθεί πορνό αλλά εκφυλισμός, διαστροφή, παρακμή. Δεν είναι «ελευθερία» να εκτίθενται οι έφηβοι σε σκηνές ωμής βίας και να… συνηθίζουν στο να παρακολουθούν λουτρά αίματος.
Καλώς υπάρχει η σχετική νομοθεσία στην Ελλάδα και πρέπει να τηρείται. Οι πολιτικοί, πρώτοι απ’ όλους, οφείλουν να την σέβονται και να μην την περιφρονούν, υποτιμώντας έτσι την εντολή που τους δόθηκε και προσβάλλοντας το πολίτευμα.
* η Ζωή Ράπτη είναι Βουλευτής Βορείου Τομέα Β΄ Αθηνών και
Αν. Κοινοβουλευτική Εκπρόσωπος της Νέας Δημοκρατίας