Νέα δεδομένα για τις υπερχρεωμένες μεσαίες και μεγάλες επιχειρήσεις θα ισχύσουν από την 1η Μαρτίου, καθώς μπαίνει σε εφαρμογή η πρώτη φάση του νέου πτωχευτικού δικαίου.
Οι διαδικασίες για την υλοποίηση του Κώδικα για τη ρύθμιση οφειλών με παροχή δεύτερης ευκαιρίας «τρέχουν» με μεγάλη ταχύτητα και σύμφωνα πληροφορίες, την Παρασκευή 26 Φεβρουαρίου πρόκειται να συγκληθεί σύσκεψη τραπεζών και εταιρειών διαχείρισης με τον Υπουργό Οικονομικών, Χρήστο Σταϊκούρα, τον Υφυπουργό παρά τω Πρωθυπουργώ, Άκη Σκέρτσο και τον Ειδικό Γραμματέα Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους, Φώτη Κουρμούση. Η σύσκεψη θα πραγματοποιηθεί προκειμένου να καταγραφεί η πρόοδος των παραδοτέων μέχρι 28 Φεβρουαρίου και ενόψει της έναρξης ισχύος της πρώτης φάσης του νόμου την 1η Μαρτίου. Σημειώνεται ότι για τις μικρότερες και τις ατομικές επιχειρήσεις, καθώς και για τα φυσικά πρόσωπα, ο νέος πτωχευτικός νόμος θα ισχύσει από την 1η Ιουνίου.
Ερωτώμενος χθες κατά τη διάρκεια του διαδικτυακού συνεδρίου της DDC για τα ελληνικά κόκκινα δάνεια, ο επικεφαλής της ΕΓΔΙΧ ανέφερε ότι ο νέος πτωχευτικός νόμος θα είναι έτοιμος να σηκώσει αυλαία την 1η Μαρτίου για τις υπερχρεωμένες μεσαίες και μεγάλες επιχειρήσεις, οι οποίες θα μπορούν είτε να αναδιαρθρώσουν τα χρέη τους είτε να ακολουθήσουν τη διαδικασία της εξυγίανσης. Παράλληλα, απαντώντας για την έναρξη ισχύος του προγράμματος στήριξης των επιχειρήσεων «Γέφυρα 2», το οποίο βρίσκεται στην τελική ευθεία διαπραγμάτευσης με τους Θεσμούς, ο κ. Κουρμούσης είπε ότι οι πρώτες κρατικές επιδοτήσεις θα καταβληθούν στις επιχειρήσεις μέχρι το τέλος Μαΐου.
Με την έναρξη ισχύος του Κώδικα για τη ρύθμιση οφειλών με παροχή 2ης ευκαιρίας από 1ης Μαρτίου για τις μεσαίες και μεγάλες επιχειρήσεις, η εξυγίανση αυτών θα μπορεί να γίνεται είτε με τη συναίνεση οφειλέτη και πιστωτών, εφόσον αυτοί εκπροσωπούν το 50% των απαιτήσεων που έχουν ειδικό προνόμιο καθώς και το 50% των υπολοίπων απαιτήσεων είτε, υπό προϋποθέσεις, και χωρίς τη συναίνεση του οφειλέτη (π.χ. σε περίπτωση παύσης πληρωμών του οφειλέτη ή παράλειψής του να υποβάλει οικονομικές καταστάσεις δυο τουλάχιστον διαδοχικές διαχειριστικές χρήσεις.
Με βάση τον νόμο, ο οφειλέτης θα αποδεικνύεται ότι βρίσκεται σε παύση πληρωμών όταν δεν καταβάλλει ληξιπρόθεσμες υποχρεώσεις του προς το Δημόσιο, τους φορείς κοινωνικής ασφάλισης ή πιστωτικά ή χρηματοδοτικά ιδρύματα, σε ύψος τουλάχιστον 40% των συνολικών του ληξιπρόθεσμων υποχρεώσεων προς τον αντίστοιχο φορέα, για περίοδο τουλάχιστον έξι μηνών, εφόσον η μη εξυπηρετούμενη υποχρέωσή του υπερβαίνει το ποσό των 30.000 ευρώ.
Οι επιχειρήσεις θα πρέπει να υποβάλουν αίτηση πτώχευσης εντός 30 ημερών από την ημέρα παύσης πληρωμών, καθώς, σε διαφορετική περίπτωση, τα μέλη της διοίκησης θα έρχονται αντιμέτωπα με αστικές ευθύνες. Σκοπός του νέου πτωχευτικού κώδικα είναι να μειωθεί ο αριθμός των εταιρειών που, ενώ τελούν σε παύση πληρωμών και δεν μπορούν να ικανοποιήσουν τις υποχρεώσεις τους, εξακολουθούν να λειτουργούν παρασιτικά (εταιρείες-ζόμπι), προκαλώντας τεράστια προβλήματα στην οικονομική δραστηριότητα της χώρας και ενισχύοντας την παραοικονομία. Η ευθύνη, μάλιστα, επεκτείνεται και στα πρόσωπα που επηρέασαν τα μέλη της διοίκησης για τη μη έγκαιρη υποβολή της αίτησης.
Σημειώνεται ότι ο νόμος προβλέπει και την απαλλαγή ευθυνών για τα μέλη διοίκησης των νομικών προσώπων που θα πτωχεύουν. Επιλύεται, έτσι, ένα διαχρονικό πρόβλημα με την ευθύνη των διοικούντων, οι οποίοι εξακολουθούσαν να ευθύνονται για τις οφειλές της επιχείρησης, ακόμα και μετά την πτώχευσή της. Πλέον, με το νέο πλαίσιο, επέρχεται απαλλαγή των διοικούντων του νομικού προσώπου που πτώχευσε, εντός τριών ετών από την αίτηση για πτώχευση ή δύο ετών από την κήρυξη πτώχευσης (όποιο επέλθει νωρίτερα).
Τι μπορεί να περιλαμβάνει η συμφωνίας εξυγίανσης
Σύμφωνα με τον νέο νόμο, η συμφωνία εξυγίανσης δύναται να έχει ως αντικείμενο οποιαδήποτε ρύθμιση του ενεργητικού και του παθητικού του οφειλέτη και ιδίως:
α) Τη μεταβολή των όρων των υποχρεώσεων του οφειλέτη χωρίς περιορισμό, συμπεριλαμβανομένων και τρεχουσών ή συναφθεισών ρυθμίσεων με φορείς του Δημοσίου ή Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης. Η μεταβολή αυτή δύναται ενδεικτικά να συνίσταται στη μεταβολή του χρόνου εκπλήρωσης των απαιτήσεων, περιλαμβανομένης της τροποποίησης των όρων υπό τους οποίους δύναται να ζητηθεί η πρόωρη αποπληρωμή τους, στη μεταβολή του επιτοκίου, στην αντικατάσταση της υποχρέωσης καταβολής επιτοκίου με την υποχρέωση καταβολής μέρους των κερδών, στην αντικατάσταση απαιτήσεων με μετατρέψιμες ή μη ομολογίες έκδοσης του οφειλέτη ή στην υποχρέωση των εμπραγμάτως ασφαλισμένων πιστωτών να δεχθούν την εναλλαγή υποθηκικής ή ενεχυρικής τάξης υπέρ νέων πιστωτών του οφειλέτη.
β) Την κεφαλαιοποίηση υποχρεώσεων του οφειλέτη με την έκδοση μετοχών κάθε είδους ή κατά περίπτωση εταιρικών μεριδίων. Πριν από την κεφαλαιοποίηση δύναται να λαμβάνει χώρα μείωση του μετοχικού κεφαλαίου για την απόσβεση ζημιών ή για το σχηματισμό αποθεματικού.
γ) Τη ρύθμιση των σχέσεων των πιστωτών μεταξύ τους μετά από την επικύρωση της συμφωνίας είτε υπό την ιδιότητά τους ως πιστωτών είτε σε περίπτωση κεφαλαιοποίησης ή μεταβίβασης επιχείρησης σε νέο φορέα, υπό την ιδιότητά τους ως μετόχων ή εταίρων. Ενδεικτικά, η συμφωνία εξυγίανσης δύναται να προβλέπει ότι μία κατηγορία πιστωτών δεν δύναται να ζητήσει την αποπληρωμή των απαιτήσεων προς αυτή πριν από την πλήρη ικανοποίηση μιας άλλης, να ρυθμίζει θέματα διοίκησης της επιχείρησης του οφειλέτη μετά την κεφαλαιοποίηση απαιτήσεων των πιστωτών ή μετά τη μεταβίβαση επιχείρησης σε νέο φορέα, να ρυθμίζει θέματα σε σχέση με τη μεταβίβαση των μετοχών ή εταιρικών μεριδίων που θα προκύψουν από την κεφαλαιοποίηση (ή τη μεταβίβαση επιχείρησης σε νέο φορέα), όπως ενδεικτικά δικαίωμα ή υποχρέωση των μετόχων μειοψηφίας σε περίπτωση πώλησης της πλειοψηφίας των μετοχών να πωλήσουν τις μετοχές τους με τους ίδιους όρους με τους οποίους γίνεται η πώληση της πλειοψηφίας.
δ) Τη μείωση των απαιτήσεων έναντι του οφειλέτη.
ε) Την εκποίηση επιμέρους περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη.
στ) Την ανάθεση της διαχείρισης της επιχείρησης του οφειλέτη σε τρίτο με βάση οποιαδήποτε έννομη σχέση περιλαμβανομένης ενδεικτικά της εκμίσθωσης ή της σύμβασης διαχείρισης.
ζ) Τη μεταβίβαση του συνόλου ή μέρους της επιχείρησης του οφειλέτη σε τρίτο ή σε εταιρεία των πιστωτών.
η) Την αναστολή των ατομικών και συλλογικών διώξεων των πιστωτών για ορισμένο διάστημα μετά την επικύρωση της συμφωνίας. Η αναστολή αυτή δεν θα δεσμεύει τους μη συμβαλλόμενους πιστωτές, καθώς και τους πιστωτές των οποίων η συναίνεση συνάγεται για διάστημα που υπερβαίνει τους τρείς μήνες από την επικύρωση της συμφωνίας.
θ) Τη λήψη από τον οφειλέτη ή από φορέα στον οποίο μεταβιβάζεται επιχειρηματική δραστηριότητα του οφειλέτη ενδιάμεσης ή νέας χρηματοδότησης για τη διατήρηση της αξίας της επιχείρησης κατά τη διάρκεια της διαδικασίας εξυγίανσης ή, αντιστοίχως, για την εφαρμογή του επιχειρηματικού σχεδίου μετά την εξυγίανση.
ι) Τον διορισμό προσώπου που θα επιβλέπει την εκτέλεση των όρων της συμφωνίας εξυγίανσης ασκώντας τις εξουσίες που του δίνονται κατά τους όρους της συμφωνίας εξυγίανσης.
ια) Την καταβολή συμπληρωματικών ποσών προς εξόφληση απαιτήσεων σε περίπτωση βελτίωσης της οικονομικής θέσης του οφειλέτη. Η συμφωνία πρέπει να ορίζει με ακρίβεια τις προϋποθέσεις καταβολής των ποσών αυτών.
ιβ) Οι εγγυήσεις, οι ασφαλίσεις πιστώσεων και άλλες συμβάσεις με αντίστοιχο αποτέλεσμα υπέρ απαιτήσεων που κεφαλαιοποιούνται μετατρέπονται, αν δεν ορίζεται διαφορετικά, σε δικαίωμα προαίρεσης του πιστωτή να πωλήσει στον εγγυητή ή ασφαλιστή τις μετοχές ή τα εταιρικά μερίδια που προκύπτουν από την κεφαλαιοποίηση του χρέους κατά τον χρόνο στον οποίο θα καθίστατο ληξιπρόθεσμο το χρέος και για ποσό ίσο με το άθροισμα του κεφαλαίου και των τυχόν τόκων που καλύπτονται από την εγγύηση. Το δικαίωμα προαίρεσης δύναται να ασκηθεί εντός δύο μηνών από τον χρόνο κατά τον οποίο θα καθίστατο ληξιπρόθεσμη η υποχρέωση που κεφαλαιοποιήθηκε και, αν είναι ήδη ληξιπρόθεσμη κατά την κεφαλαιοποίηση, εντός δύο μηνών από την τελευταία.
Σημειώνεται ότι οι υποχρεώσεις που μπορεί να μεταρρυθμίζει η συμφωνία εξυγίανσης περιλαμβάνουν και τις υπό αίρεση, μελλοντικές ή και άγνωστες υποχρεώσεις του οφειλέτη, συμπεριλαμβανομένων μελλοντικών υποχρεώσεων από κατάπτωση εγγυήσεων, οι οποίες έχουν παρασχεθεί έως την ημερομηνία έκδοσης της απόφασης που επικυρώνει τη συμφωνία εξυγίανσης.
Τι ισχύει μετά τη συμφωνία εξυγίανσης
Η συμφωνία εξυγίανσης συνοδεύεται υποχρεωτικά από επιχειρηματικό σχέδιο με χρονική διάρκεια ίση με αυτή της συμφωνίας, το οποίο εγκρίνεται από τους συμβαλλόμενους.
Στην περίπτωση συμφωνίας εξυγίανσης που συνάπτεται από τον οφειλέτη και τους πιστωτές του, η αίτηση επικύρωσής της από το δικαστήριο υποβάλλεται από τον οφειλέτη ή συμβαλλόμενο πιστωτή. Στην περίπτωση της συμφωνίας εξυγίανσης που συνάπτεται μόνον από τους πιστωτές του οφειλέτη, η αίτηση επικύρωσης υποβάλλεται από οιονδήποτε από τους συμβαλλομένους πιστωτές.
Από την κατάθεση της συμφωνίας εξυγίανσης προς επικύρωση και μέχρι την έκδοση απόφασης από το δικαστήριο για την επικύρωση ή μη της συμφωνίας εξυγίανσης, ισχύουν τα ακόλουθα:
α) αναστέλλονται αυτόματα τα μέτρα, εκκρεμή ή μη, ατομικής και συλλογικής αναγκαστικής εκτέλεσης κατά του οφειλέτη για την ικανοποίηση απαιτήσεων που έχουν γεννηθεί μέχρι την έκδοση της απόφασης επί της αίτησης επικύρωσης της συμφωνίας εξυγίανσης,
β) αναστέλλεται η λήψη οποιουδήποτε ασφαλιστικού μέτρου κατά του οφειλέτη, συμπεριλαμβανομένης της συντηρητικής κατάσχεσης και της εγγραφής προσημείωσης υποθήκης, συναινετικής ή κατ’ αντιδικία, εκτός εάν με αυτό επιδιώκεται η αποτροπή της απομάκρυνσης ή αφαίρεσης ή μετακίνησης κινητών πραγμάτων της επιχείρησης, τεχνολογικού ή εν γένει εξοπλισμού της που δεν έχει συμφωνηθεί και ενέχει τον κίνδυνο απαξίωσης της επιχείρησης του οφειλέτη,
γ) απαγορεύεται η διάθεση των ακινήτων και του εξοπλισμού της επιχείρησης του οφειλέτη, εκτός και αν αντικαθίσταται με άλλα τουλάχιστον ίσης αξίας ή εκτός και αν η διάθεση αφορά χρήση τους ως εξασφάλισης στο πλαίσιο ενδιάμεσης χρηματοδότησης, η οποία αναφέρεται στη συμφωνία εξυγίανσης,
δ) αναστέλλονται οι αποκλειστικές προθεσμίες άσκησης αξιώσεων και παραγραφής, υπό τις οποίες τελούν οι απαιτήσεις των πιστωτών και τα δικαιώματα των υπέρ του οφειλέτη εγγυητών και συνοφειλετών του εις ολόκληρον, καθώς και οι προθεσμίες και η άσκηση διαδικαστικών πράξεων, συμπεριλαμβανομένων των προθεσμιών των ενδίκων μέσων, και
ε) απαγορεύεται ο συμψηφισμός απαιτήσεων που γεννήθηκαν πριν την κατάθεση, καθώς και η παρακράτηση τρεχουσών οφειλών προς τον οφειλέτη λόγω απαιτήσεων που γεννήθηκαν πριν την κατάθεση, συμπεριλαμβανομένων και παρακρατήσεων από δημόσια αρχή για την έκδοση αποδεικτικών ή βεβαιώσεων.