Το Airbnb επιστρέφει στις top περιοχές
Μετά τη μεγάλη βουτιά που σημείωσε στη διάρκεια του 2020 εξαιτίας της πανδημίας, η οποία «πάγωσε» τον χώρο της φιλοξενίας, η βραχυχρόνια μίσθωση ακινήτων επανακάμπτει δυναμικά στις κορυφαίες περιοχές του κέντρου της Αθήνας. Μάλιστα, σύμφωνα με στοιχεία που συγκέντρωσε το Πανελλαδικό Δίκτυο E-Real Estates για λογαριασμό των «ΝΕΩΝ», από τον Ιούλιο του 2021 και έπειτα καταγράφεται μαζική επιστροφή ή/και εγγραφή νέων ακινήτων στις πλατφόρμες βραχυχρόνιας μίσθωσης.
Συγκεκριμένα, στο εμπορικό τρίγωνο της Αθήνας, που αποτελεί και το προπύργιο της βραχυχρόνιας μίσθωσης, οι αυξομειώσεις των εγγεγραμμένων ακινήτων καταγράφουν μεγάλη ανθεκτικότητα σε σχέση με το σύνολο των περιοχών του κέντρου. Μάλιστα, τον Δεκέμβριο του 2021 καταγράφεται μια οριακή αύξηση (+0,20%), με τα εγγεγραμμένα ακίνητα να ανέρχονται σε 1.017.
Από τις περιοχές που εμφανίζουν ιδιαίτερη κινητικότητα μεταξύ του διαστήματος Ιούλιος 2021 – Δεκέμβριος 2021 είναι ο Νέος Κόσμος, το Θησείο και η περιοχή του Κεραμεικού, όπου καταγράφεται η μεγαλύτερη εκατοστιαία αύξηση. Στον αντίποδα, σημαντική μείωση παρουσιάζουν περιοχές όπως το Κολωνάκι, το Παγκράτι, τα Εξάρχεια, η Νεάπολη και το Μουσείο.
Οπως αναφέρει ο πρόεδρος του Πανελλαδικού Δικτύου E-Real Estates, Θεμιστοκλής Μπάκας, πολλοί ιδιοκτήτες, ιδιαίτερα σε περιοχές όπως το Κολωνάκι, το Παγκράτι ή/και στις παρυφές των Εξαρχείων – Λυκαβηττού, «προτίμησαν να μισθώσουν τα ανακαινισμένα και πλήρως εξοπλισμένα διαμερίσματα ( 50 τ.μ. – 60 τ.μ.) σε στελέχη εταιρειών που επιθυμούσαν επιπλωμένα ακίνητα στο κέντρο της Αθήνας για 12-24 μήνες ή/και σε ενδιαφερομένους που αναζητούσαν διαμέρισμα για μακροχρόνια συμβατική μίσθωση», υπενθυμίζοντας ότι «ένα μεγάλο μέρος καλών ακινήτων στο κέντρο της Αθήνας επέστρεψαν στη συμβατική μακροχρόνια μίσθωση τόσο λόγω της υψηλής ζήτησης όσο και λόγω του καλού μισθώματος που μπορούσαν να αντλήσουν».
Η πανδημία
Η ανάκαμψη της βραχυχρόνιας μίσθωσης έρχεται μετά από μια ιδιαίτερα τραυματική χρονιά για τον κλάδο, όπου οι εναπομείναντες ιδιοκτήτες ακινήτων εγγεγραμμένων σε πλατφόρμες δέχτηκαν τη χαριστική βολή με τα πρώτα κρούσματα του κορωνοϊού στη χώρα του Δράκου, που αποτελούσαν και το μεγαλύτερο ποσοστό επισκεπτών τους. Οι ακυρώσεις από Κινέζους και Ινδούς χτύπησαν κόκκινο. Το μεγαλύτερο ποσοστό διαχειριζόταν από τους ίδιους τους ιδιοκτήτες ως φυσικά πρόσωπα, τα οποία δεν εντάχθηκαν στα μέτρα στήριξης.
Αντίθετα, στα μέτρα στήριξης εντάχθηκαν μόνο οι εταιρείες-νομικά πρόσωπα διαχείρισης ακινήτων βραχυχρόνιων μισθώσεων. Ακόμη και η ελπίδα για κάποιο εισόδημα εντός του πρώτου εξαμήνου του 2020 είχε εξατμιστεί.
Οι ιδιοκτήτες προσπάθησαν εντός των καλοκαιρινών μηνών να κερδίσουν όσες περισσότερες πληρότητες μπορούσαν με σύμμαχο τη χαμηλή τιμή και την ευέλικτη πολιτική ακύρωσης (μη κλειδωμένες κρατήσεις), με στόχο να «μαζέψουν» τη χασούρα όσο μπορούσαν πριν αποφασίσουν αν θα παραμείνουν ή όχι στην οικονομία διαμοιρασμού.
Παράλληλα, πολλοί ιδιοκτήτες διαβλέποντας τα αρνητικά δεδομένα της τουριστικής σεζόν ήδη από τον Ιούνιο του 2020 είχαν εγγράψει – καταχωρίσει τα ακίνητά τους ταυτόχρονα και σε site αγγελιών διαθέτοντάς τα προς μίσθωση μεγαλύτερης διάρκειας, προσδοκώντας είτε το ακίνητο να μισθωθεί για μεγαλύτερη διάρκεια στο ζητούμενο μηνιαίο μίσθωμα είτε να πραγματοποιηθεί κάποια ικανοποιητική εισοδηματικά κράτηση μέσω βραχυχρόνιας μίσθωσης.
Οι ζητούμενες τιμές
Σύμφωνα με τον κ. Μπάκα, κατ’ ουσίαν επιθυμούσαν να διατηρήσουν στάση αναμονής για την επιστροφή τους στις βραχυχρόνιες μισθώσεις αν άλλαζαν τα δεδομένα. Ταυτόχρονα, το μεγαλύτερο μέρος των ακινήτων διετίθεντο επιπλωμένα, που για έναν εργένη, νέο ζευγάρι ή/και φοιτητή που στόχευαν για ενοικιαστή, η μίσθωση επιπλωμένου ακινήτου δεν εξυπηρετεί πάντα.
Οπως εξηγεί ο πρόεδρος του Πανελλαδικού Δικτύου E-Real Estates, ο λόγος που οι ιδιοκτήτες ακινήτων βραχυχρόνιας μίσθωσης τα διέθεταν επιπλωμένα είναι το γεγονός ότι σε αντίθετη περίπτωση θα έπρεπε να μισθώσουν αποθήκη για τη φύλαξη του εξοπλισμού και της επίπλωσης, άρα, ένα επιπλέον μηνιαίο κόστος που θα έπρεπε να επιβαρυνθούν. Ενώ μισθώνοντάς τα επιπλωμένα, μπορούσαν να ζητήσουν υψηλότερο μηνιαίο μίσθωμα και παράλληλα να μην επιβαρυνθούν οι ίδιοι με κόστη φύλαξης.
Το μηνιαίο μίσθωμα
Παράλληλα οι ιδιοκτήτες με τις αρχικές ζητούμενες τιμές μίσθωσης είχαν ουσιαστικά «ταυτίσει» το μηναίο μίσθωμα-εισόδημα από τις παραδοσιακές μακροχρόνιες μισθώσεις με τα έσοδα από τις βραχυχρόνιες μισθώσεις, δυο δεδομένα που δεν μπορούν να συγκριθούν και παράλληλα να ταυτιστούν.
Οι ιδιοκτήτες των ακινήτων δεν ήθελαν, δεν μπορούσαν να συνειδητοποιήσουν τη διαφορά μεταξύ των δύο ειδών μίσθωσης – η βραχυχρόνια μίσθωση «απαιτεί» την ενεργή συμμετοχή του ιδιοκτήτη – την προσωπική του εργασία (καθαρισμός του ακινήτου, πετσέτες, σεντόνια, διάφορες εργασίες στο ακίνητο, διαδικασία άφιξης και αναχώρησης του εκάστοτε επισκέπτη), σε αντίθεση με τις παραδοσιακές μισθώσεις που το μηνιαίο μίσθωμα αποτελεί πραγματικό έσοδο χωρίς προσωπική εργασία και μηνιαία λειτουργικά έξοδα (Ιnternet, κοινόχρηστα, ρεύμα, νερό κ.λπ.).
Ενα μεγάλο μέρος των ιδιοκτητών αντιλήφθηκαν ότι οι αρχικές ζητούμενες προϋποθέσεις μίσθωσης του ακινήτου τους (ύψος μηνιαίου μισθώματος, διάρκεια μίσθωσης) δεν είχαν τελικά την επιθυμητή ανταπόκριση από τους ενοικιαστές μακροχρόνιας μίσθωσης, με αποτέλεσμα τα εισοδήματά τους όλο αυτό το διάστημα να παραμένουν μηδενικά.
Λόγω των άνωθεν δεδομένων, αρκετοί ιδιοκτήτες αποφάσισαν να προβούν αυτοβούλως σε μειώσεις των ζητούμενων μηνιαίων μισθωμάτων και ταυτόχρονα να αυξήσουν τη διάρκεια μίσθωσης στα 3 έτη, που αποτελεί νομοθετικά και τη μικρότερη διάρκεια οικιστικής μίσθωσης.