Τράπεζες: Φρενάρουν οι πρόωρες αποπληρωμές δανείων – Γιατί χαμογελούν οι τραπεζίτες
Ικανοποίηση επικρατεί στις διοικήσεις των ελληνικών τραπεζών για την πορεία των πρόωρων αποπληρωμών δανείων από τους πελάτες τους κατά το β΄ τρίμηνο του 2024.
Σύμφωνα με τραπεζικές πηγές, τα σχετικά μεγέθη έχουν υποχωρήσει σημαντικά σε σχέση με τους τρεις πρώτους μήνες της χρονιάς, οι οποίοι χαρακτηρίστηκαν από υψηλές έκτακτες πληρωμές και κλείσιμο γραμμών πίστωσης, από μεγάλες κυρίως επιχειρήσεις.
Όπως εξηγούν οι ίδιοι κύκλοι, «πάντοτε στο ξεκίνημα της χρονιάς παρατηρούνται αυτές οι τάσεις. Πόσο δε μάλλον στην τρέχουσα συγκυρία υψηλών επιτοκίων, που επιβαρύνει τα αποτελέσματα των πελατών μας, πολλοί από τους οποίους χρησιμοποιούν την υπερβάλλουσα ρευστότητά τους για να περιορίσουν το κόστος εξυπηρέτησης των χρεών τους».
Το πρόβλημα
Σημειώνεται ότι οι πρόωρες αποπληρωμές αποτελούν πρόβλημα για τις τράπεζες, καθώς περιορίζουν τους ρυθμούς πιστωτικής επέκτασης και την μεγέθυνση του ενεργητικού τους, κόντρα στους στόχους που έχουν θέσει για επέκταση του δανειακού τους χαρτοφυλακίου.
Οι πρώτες μεγάλες επιστροφές δανείων ξεκίνησαν κατά τη διάρκεια του 2023, μετά τη σημαντική άνοδο των παρεμβατικών δεικτών της ΕΚΤ.
Η αυστηροποίηση της νομισματικής πολιτικής είχε ως αποτέλεσμα έως και το διπλασιασμό των επιτοκίων στην επιχειρηματική πίστη, όπου σχεδόν το σύνολο των χορηγήσεων είναι κυμαινόμενου επιτοκίου.
Η ενεργειακή κρίση
Σύμφωνα με γενικό διευθυντή συστημικού ομίλου, μετά το ξέσπασμα της ενεργειακής κρίσης, οι περισσότερες επιχειρήσεις έσπευσαν να γεμίσουν τα ταμεία τους με φρέσκα κεφάλαια για να αντιμετωπίσουν τα αυξημένα κόστη, λόγω πληθωρισμού.
«Η εξομάλυνση ωστόσο της κατάστασης από πέρυσι, με τη μείωση των τιμών της ενέργειας, περιόρισε σημαντικά τις ανάγκες σε κεφάλαιο κίνησης. Ως αποτέλεσμα, μεγάλος αριθμός εταιρειών επέστρεψε στις τράπεζες τα ποσά που είχε λάβει την αμέσως προηγούμενη χρονιά», υποστηρίζει η ίδια πηγή.
Είναι χαρακτηριστικό πως παρά το γεγονός ότι οι νέες εκταμιεύσεις το 2023 διαμορφώθηκαν κοντά στα 30 δισ. ευρώ, η αύξηση των εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων για τους τέσσερις συστημικούς ομίλους περιορίστηκε στη ζώνη των 6 δισ. ευρώ.
Ένα μεγάλο μέρος της σχετικής απόκλισης προέρχεται από τις πρόωρες αποπληρωμές. Για το 2024 οι τράπεζες εκτιμούν ότι αυτές θα περιοριστούν σημαντικά. Σε αυτό θα συμβάλλει και η διαφαινόμενη αποκλιμάκωση των επιτοκίων, στο νέο περιβάλλον χαμηλότερου πληθωρισμού.
Οι στόχοι
Ταυτόχρονα όμως, για να επιτευχθούν οι στόχοι ενίσχυσης των δανείων, θα πρέπει να αυξηθούν οι ρυθμοί στις νέες χορηγήσεις.
Στο πλαίσιο αυτό, οι τράπεζες ευελπιστούν σε επιτάχυνση της απορρόφησης των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης, η οποία σήμερα καθυστερεί λόγω των χαμηλών ταχυτήτων με τις οποίες προχωρούν εγκεκριμένες επενδύσεις.
Όπως λέει τραπεζική πηγή, «δεν είναι στο χέρι μας να κινηθούν οι χορηγήσεις του ΤΑ πιο γρήγορα, καθώς επενδυτικά σχέδια συγκεκριμένου τύπου, που προϋποθέτουν τη λήψη αδειών από τις αρχές, δεν ξεκινούν. Ως αποτέλεσμα πάνε πίσω και οι εκταμιεύσεις».
Θεωρεί πάντως πως μέχρι το τέλος του 2024, αλλά και το 2025 η κατάσταση θα βελτιωθεί, ενώ υποστηρικτικά θα λειτουργήσει και η αναμενόμενη μείωση του κόστους δανεισμού στην ευρωζώνη.
Στεγαστική πίστη
Από την άλλη όμως εκφράζει προβληματισμό για την πορεία των εργασιών στη λιανική τραπεζική. Συγκεκριμένα, τονίζει ότι στη στεγαστική πίστη η ζήτηση παραμένει υποτονική, μιας και η πλειονότητα των συναλλαγών γίνεται με ίδια κεφάλαια των αγοραστών.
«Αν εξαιρέσουμε το κρατικό πρόγραμμα «Σπίτι μου», ο αριθμός των αιτήσεων που δεχόμαστε σήμερα είναι απογοητευτικός», προσθέτει ο ίδιος.
Ανάλογη είναι η εικόνα και στα δάνεια των μικρομεσαίων επιχειρήσεων. Όπως αναφέρει, «σε αυτόν τον τομέα ο αριθμός των bankable υποψηφίων είναι πολύ μικρός, μετά βίας φτάνει το 20% του συνόλου και οι τράπεζες δίνουν μάχη για να τους δανείσουν. Επιπλέον, λόγω των συνθηκών αβεβαιότητας, δεν υπάρχει αυτή τη στιγμή όρεξη για νέα ανοίγματα».