Με δυσοίωνες προβλέψεις ξεκινά η χρονιά για την παγκόσμια οικονομία
Δεν ήταν και από τις πιο αισιόδοξες δηλώσεις που θα περίμενε κανείς στην αρχή μιας χρονιάς. Ο λόγος για τη συνέντευξη της γενικής διευθύντριας του ΔΝΤ Κρισταλίνα Γκεοργκίεβα στο αμερικανικό τηλεοπτικό δίκτυο CBS που μεταδόθηκε την πρωτοχρονιά.
Σε αυτήν η επικεφαλής του ΔΝΤ υπογράμμισε ότι έχουμε μια ταυτόχρονη επιβράδυνση των ρυθμών ανάπτυξης σε ΗΠΑ, ΕΕ και Κίνα και ότι το 2023 το ένα τρίτο της παγκόσμιας οικονομίας θα βρεθεί σε ύφεση.
Η δήλωση αυτή ήρθε να συμπληρώσει την επί τα χείρω διόρθωση των προβλέψεων που έκανε το ταμείο τον Οκτώβριο όταν ανακοίνωσε ότι πλέον η πρόβλεψή του για την παγκόσμια ανάπτυξη το 2023 είναι ότι αυτή θα φτάσει μόλις το 2,7%.
Η Γκεοργκίεβα υπογράμμισε ότι ρόλο θα παίξει το γεγονός ότι η μάχη που δίνει η Κίνα με την πανδημία οδηγεί σε επιβράδυνση της παγκόσμιας ανάπτυξης, καθώς είναι η πρώτη φορά εδώ και 40 χρόνια που εκτιμάται ότι η ετήσια ανάπτυξη της Κίνας θα είναι απλώς στο επίπεδο της παγκόσμιας ανάπτυξης, ή ακόμη και πιο κάτω από αυτό, παρότι παραδοσιακά ήταν πολύ υψηλότερη.
Μόνο σημάδι αισιοδοξίας η εκτίμηση της Γκεροργκίεβα ότι οι ΗΠΑ ενδέχεται να αποφύγουν την ύφεση γιατί έχουν πολύ χαμηλή ανεργία. Άλλωστε, τον περασμένο μήνα οι ΗΠΑ διόρθωσαν την εκτίμηση για την ανάπτυξη στο τρίτο τρίμηνο ανοδικά, στο 3,2% από τα 2,9% που ήταν η αρχική εκτίμηση.
Ωστόσο, όπως επισημαίνουν οι Financial Times, οι περισσότεροι οικονομολόγοι πιστεύουν ότι η ανεργία στις ΗΠΑ θα ξεπεράσει τελικά το 5,5% και οι περισσότεροι θεωρούν ότι αυτό, μαζί και με άλλες παραμέτρους θα οδηγήσει τελικά σε ύφεση.
Ακόμη και εάν είναι ύφεση, θα δίνει την αίσθηση ύφεσης
Όπως ήδη αναφέραμε το ΔΝΤ τον Οκτώβριο έκανε την εκτίμηση ότι η ανάπτυξη παγκοσμίως το 2022 δεν θα ξεπεράσει το 3,2% και το 2023 θα υποχωρήσει στο 2,7%.
Εκεί πρωτοδιατύπωσε την εκτίμηση, που επανέλαβε και η Γκεοργκίεβα, ότι «πάνω από το ένα τρίτο της παγκόσμιας οικονομίας θα μπει σε ύφεση αυτή τη χρονιά ή την επόμενη, ενώ οι τρεις μεγαλύτερες οικονομίες, οι ΗΠΑ, η ΕΕ και η Κίνα, θα συνεχίσουν να έχουν στασιμότητα. Εν συντομία, τα χειρότερα είναι μπροστά μας και για πολλούς ανθρώπους το 2023 θα δίνει την αίσθηση μιας ύφεσης.»
Τον Νοέμβριο ο ΟΟΣΑ έκανε τις δικές του προβλέψεις, στο OECD Economic Outlook, και ήταν ακόμη πιο απαισιόδοξος από το ΔΝΤ, καθώς έκανε την εκτίμηση ότι το 2023 η παγκόσμια ανάπτυξη θα υποχωρήσει ακόμη περισσότερο, στο 2,2% με την ελπίδα μιας ήπιας ανάκαμψης 2,7% το 2024.
Από τη μεριά της η UNCTAD, η Διάσκεψη του ΟΗΕ για το Εμπόριο και την Ανάπτυξη, στην έκθεσή Trade and Development Report του Οκτωβρίου έκανε επίσης την εκτίμηση για επιβράδυνση της παγκόσμιας οικονομίας το 2022 στο 2,5% και το 2023 ακόμη πιο χαμηλά στο 2,2%. Σύμφωνα με την UNCTAD αυτή η επιβράδυνση της παγκόσμιας οικονομίας σημαίνει ότι το πραγματικό ΑΕΠ θα παραμείνει σε επίπεδα πιο χαμηλά σε σχέση με πριν από την πανδημία και το κόστος για τον κόσμο συνολικά θα είναι 17 τρισεκατομμύρια δολάρια, κοντά στο 20% του παγκόσμιου εισοδήματος.
Αλλά και η ΕΚΤ εκτιμά ότι η Ευρωζώνη ήδη βρισκόταν σε ύφεση στο τελευταίο τρίμηνο του 2022 και ότι αυτή θα συνεχιστεί και στο πρώτο τρίμηνο του 2023. Ειδικότερα, η εκτίμηση είναι ότι το ΑΕΠ της ευρωζώνης θα υποχωρήσει κατά 0,2% το τελευταίο τρίμηνο του 2022 και 0,1% στο πρώτο τρίμηνο του 2023. Ενδιαφέρον έχει και η εκτίμηση της ΕΚΤ ότι είναι ιδιαίτερα χαμηλή η εμπιστοσύνη των καταναλωτών αλλά και ιδιαίτερα υψηλή η αβεβαιότητα, την ώρα που από τις επιπλέον αποταμιεύσεις της περιόδου της πανδημίας, λιγότερε από τις μισές είναι σε ρευστή μορφή και το μεγαλύτερο μέρος τους συγκεντρώνεται στα πιο πλούσια νοικοκυριά. Αυτό σημαίνει ότι αυτή τη στιγμή αυτές οι αποταμιεύσεις δεν μπορούν να λειτουργήσουν ως «μαξιλάρι» απέναντι σε αρνητικές οικονομικές εξελίξεις.
Οι μισθωτοί τα μεγάλα θύματα
Ο συνδυασμός ανάμεσα στην οικονομική επιβράδυνση και τον πληθωρισμό σημαίνει μείωση των πραγματικών μισθών. Με μία έννοια, ανεξαρτήτως του εάν θα υπάρξει ύφεση ή απλώς διατήρηση μιας αναιμικής ανάπτυξης, η θέση των μισθωτών θα συνεχίσει να επιδεινώνεται.
Στο τρίτο τρίμηνο του 2022 η υποχώρηση των πραγματικών μισθών ήταν σε ετήσια βάση στο 2%. Στην ίδια περίοδο (σύγκριση τρίτου τριμήνου 2021-2022) η υποχώρηση των πραγματικών μισθών ήταν 4,3% στην Γερμανία και 5,4% στην Ισπανία. Στην Ευρωζώνη η συνολική υποχώρηση των πραγματικών μισθών από το τέλος της πανδημικής ύφεσης αγγίζει το 8%.
Ακόμη πιο εντυπωσιακό είναι το γεγονός ότι η υποχώρηση των πραγματικών μισθών είναι μια παγκόσμια τάση (που σημαίνει ότι αφορά το σύνολο των οικονομιών). Η Διεθνής Οργάνωση Εργασίας (ILO) ανακοίνωσε στα τέλη του περασμένου Νοεμβρίου ότι στο πρώτο μισό του 2022 οι πραγματικοί μισθοί υποχώρησαν παγκοσμίως κατά 0,9%, η πρώτη φορά που καταγράφεται αρνητικό πρόσημο στην παγκόσμια τάση των μισθών από το 2008 που ξεκίνησε η έκδοση της σχετικής έκθεσης. Ούτως ή άλλως, η μείωση είχε ξεκινήσει νωρίτερα και για παράδειγμα η αύξηση που καταγράφηκε π.χ. το 2020 ήταν περισσότερο το στατιστικό αποτέλεσμα της απώλειας πολλών χαμηλά αμειβόμενων θέσεων εργασίας.
Αυτό σημαίνει ότι το κυρίαρχο πρότυπο αντιπληθωριστικών πολιτικών που επιλέγουν οι κεντρικές τράπεζες, που στόχο έχει να αυξηθεί η ανεργία και να υποχωρήσουν οι μισθοί, απλώς θα κάνει τα πράγματα χειρότερα.