Ανακοίνωση της Λαϊκής Συσπείρωσης για το νέο κρούσμα υπεξαίρεσης χρημάτων στην σχολική επιτροπή του Δήμου Νέας Ιωνίας
Εργαζόμενοι, αυτοαπασχολούμενοι, συνταξιούχοι, άνεργοι, νέοι και νέες,
Tο νέο κρούσμα υπεξαίρεσης δεκάδων χιλιάδων ευρώ, αυτή τη φορά στη B/βάθμια Σχολική Επιτροπή του Δήμου Ν. Ιωνίας, δεν είναι τυχαίο.
Οι πραγματικές αιτίες που τέτοια φαινόμενα επαναλαμβάνονται σε όλη την πυραμίδα του κρατικού μηχανισμού, ξεκινώντας από τα σκάνδαλα με τις προμήθειες διάφορων υπουργείων, τις λίστες μεγάλων φοροφυγάδων, κεφαλαιοκρατών, που φυγαδεύουν τον πλούτο που παράγει η εργατική τάξη μεγιστοποιώντας τα κέρδη τους μέχρι και τις σχολικές επιτροπές, βρίσκονται στον εκμεταλλευτικό – ανταγωνιστικό χαρακτήρα αυτού του συστήματος και σ’ αυτούς που το στηρίζουν.
Έχουν ως βάση τον αντιδραστικό νόμο του Καλλικράτη (3852/2010) που καθορίζει το σύνολο των λειτουργιών των δήμων απέναντι στην κεντρική κυβέρνηση, ώστε να υλοποιείται απρόσκοπτα η αντιλαϊκή – αντεργατική πολιτική της, που απορρέει από τα μνημόνια.
Τα αστικά κόμματα και οι εκπρόσωποί τους, δήμαρχοι και δημοτικές αρχές στους δήμους και τις περιφέρειες όλης της χώρας, (μεταξύ αυτών και η δημοτική αρχή Ν.Ιωνίας που πρωτοστατεί) έδωσαν έμπρακτη υποστήριξη σε αυτήν την πολιτική, ενώ σε αρκετές περιπτώσεις υπεραμύνθηκαν της αναγκαιότητάς της.
Έτσι με τη συναίνεση και συνδρομή αυτών των δημοτικών αρχών τόσο οι προηγούμενες όσο και η Κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ πέρασαν σκληρά μέτρα και εργασιακές ανατροπές σε βάρος των εργαζόμενων και των λαϊκών νοικοκυριών.
Στα πλαίσια υπεράσπισης της αντιλαϊκής – αντεργατικής πολιτικής, η δημοτική αρχή της Νέας Ιωνίας αποδέχτηκε:
Τη μείωση κατά 60% της χρηματοδότησής των δήμων από τον κρατικό προϋπολογισμό, χρήματα που προέρχονται από τη βαριά φορολογία εργαζομένων και συνταξιούχων, με αποτέλεσμα να υπάρχουν σοβαρές επιπτώσεις στη ζωή του λαού.
Τη μείωση πάνω από 50% της επιχορήγησης των σχολικών επιτροπών Α/θμιας και Β/θμιας εκπαίδευσης που είναι Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου, χρηματοδοτούνται από το Υπουργείο Εσωτερικών, μέσω του δήμου και ελέγχονται από τη δημοτική αρχή, τόσο για την κατανομή όσο και για τη διαχείριση των χρημάτων που τους δίνονται, για να καλυφθούν όλες οι ανάγκες των Γυμνασίων και Λυκείων της πόλης. Από τη γραφική ύλη και τον εξοπλισμό των γραφείων μέχρι τις φθορές των σχολείων, τη συντήρηση τους κ.λπ. και το κυριότερο τη μισθοδοσία των καθαριστριών που δουλεύουν κάτω από ένα άθλιο εργασιακό καθεστώς και συνθήκες, με μισθούς πείνας, με συμβάσεις μίσθωσης έργου, που στο τέλος κάθε σχολικής χρονιάς απολύονται και δεν ξέρουν αν θα ξαναπροσληφθούν.
Την απαγόρευση των προσλήψεων μόνιμου προσωπικού, την αντικατάστασή του με προσωπικό ορισμένου χρόνου και πετσοκομμένα δικαιώματα, που ανακυκλώνουν ανά δύο, πέντε, οκτώ, ή δώδεκα μήνες και παριστάνουν τους ευαίσθητους την ίδια ώρα που υλοποιούν τις αναδιαρθρώσεις που προβλέπουν τα τρία μνημόνια ανατρέποντας βασικά εργατικά δικαιώματα. Στην κατεύθυνση αυτή για να αναπληρώσουν την τεράστια έλλειψη προσωπικού, ειδικά στην καθαριότητα ζητάνε από την κυβέρνηση να προσλάβουν προσωπικό αορίστου χρόνου και τη μισθοδοσία του να την πληρώνει ο λαός. Ό,τι προβλέπουν οι αντιλαϊκοί νόμοι δεν το αφήνουν αναξιοποίητο, αρκεί τα τέλη και οι φόροι που επιβάλλονται να περνούν απαρατήρητα και ο λαός να φορτώνεται με νέα βάρη.
Τα ανταποδοτικά τέλη (καθαριότητα, φωτισμός) παραμένουν παγωμένα πάνω από πέντε χρόνια και αυτό το εμφανίζουν ως φιλολαϊκό μέτρο. Όμως στην πραγματικότητα συνιστά σημαντική αύξηση των ανταποδοτικών τελών γιατί στο διάστημα αυτό οι μισθοί και οι συντάξεις, οι φόροι στους μισθωτούς και τους συνταξιούχους, μαζί με τις νέες περικοπές, οι αυξήσεις στα τρόφιμα, τη ΔΕΗ κ.ά έχουν μειώσει δραστικά τα εισοδήματά μας με αποτέλεσμα τα ανταποδοτικά τέλη να καθίστανται υπέρογκα για κάθε λαϊκή οικογένεια.
Αρνούνται να καταργήσουν τα τροφεία στους παιδικούς σταθμούς που έπρεπε να είναι δωρεάν. Υπάρχουν τεράστιες ελλείψεις σε κτιριακές υποδομές, οι γονείς αγωνιούν αν θα βρουν θέση για το παιδιά τους και τελικά πολλά μένουν εκτός (σε πανελλαδικό επίπεδο ξεπερνούν τις 40.000). Σε πολλούς απ’ αυτούς οι συνθήκες είναι απαράδεκτες, ενώ υπάρχουν μεγάλες ελλείψεις σε προσωπικό. Και όμως οι διοικούντες στο δήμο έχουν το θράσος να λένε ότι ασκούν κοινωνική πολιτική, γιατί έχουν χαμηλά τιμολόγια σε σχέση με τους ιδιωτικούς. Εξοργίζονται που ο Σύλλογος Γονέων και η ΛΑΪΚΗ ΣΥΣΠΕΙΡΩΣΗ εδώ και χρόνια ζητούν την κατάργηση των τροφείων, που μπορούν να την κάνουν, αλλά δε θέλουν, για να μην καταργηθεί ο ανταποδοτικός χαρακτήρας που υπάρχει.
Οι διαχειριστές αυτής της αντιλαϊκής – αντεργατικής πολιτικής σε κεντρικό και τοπικό επίπεδο, όσοι (κόμματα και δημοτικές παρατάξεις) υπερασπίζονται τον καπιταλιστικό δρόμο ανάπτυξης που έχει σαν προϋπόθεση το τσάκισμα των εργαζομένων, δεν μπορεί να απορούν για τον πολλαπλασιασμό φαινομένων κατάχρησης.
Όταν άμεσα η έμμεσα συμβάλλουν ή ανέχονται και δεν παλεύουν, δεν συγκρούονται με την πολιτική που διευρύνει την εκμεταλλευτική κοινωνία, που γεννάει τη σήψη αυτού του συστήματος, δεν υπερασπίζονται τα δίκια των εργαζομένων, τότε ηθελημένα ή αθέλητα διευκολύνουν τη δημιουργία τέτοιων καταστάσεων, με την εμφάνιση του κάθε φορά πιο ασυνείδητου απέναντι στο λαό.
Από την άποψη αυτή, της πολιτικής επιλογής που υπηρετούν χρόνια και συνιστά συνειδητή πράξη, δεν έχει καμιά αξία η συγγνώμη, γιατί το πρόβλημα είναι πριν απ’ όλα πολιτικό και γι’ αυτό δεν υπάρχει συγγνώμη…