Ποίημα του πρώην Δημάρχου Ηρακλείου Αττικής, Σταύρου Γεωργόπουλου
Μια άγνωστη στο ευρύ κοινό πλευρά του πρώην Δημάρχου Ηρακλείου Αττικής, κ. Σταύρου Γεωργόπουλου, είναι αυτή του ποιητή. Παρακάτω παραθέτουμε το ποίημα του “Κρίση ή Εξουθένωση” από την Ποιητική Συλλογή του «Διαδρομές Ψυχής», με το ψευδώνυμο «Λάκων» που έχει σαφέστατο πολιτικό μήνυμα εντός και εκτός συνόρων:
Εμείς σας τιμήσαμε,
Σας εμπιστευτήκαμε τα όνειρά μας,
Κι εσείς το αίμα του αγώνα μας φορτώσατε,
Και ξεφυτρώσατε πύργους.
Ανάλγητοι κι άπληστοι Ελληνοντροπιασμένοι,
Δούλοι του κίτρινου θεού, ξεχάσατε τα άστρα
Πλήγμα στη Μάνα δώσατε, που τη φοβάται ο χάρος!
Πολλά τα ανομήματα π’ εδώ μας οδήγησαν…
Τα πρόσωπά σας κρύψετε, το φως δε σας αξίζει.
Σήμερα πάλι εμείς…
Σ΄εμάς έπεσε ο σουλιμάς, σ΄εμάς έπεσε ο κλήρος,
Εμάς και «το χρέος μας»
Σφυροκοπούν του Νόμου οι τρομοκράτες.
Αυτοί, που για μεγάλους και μικρούς
Σαν προκρούστες λειτουργούν
Κι εμείς, αυτά τα χτυπήματα των ανάξιων ταγών,
Που νόθα τα πόστα πιάσανε, χωρίς αλληλεγγύη,
Χωρίς ποτέ ν’ αγγίξουνε το δάκρυ της πατρίδας,
Τα νέα σκλαβοπάζαρα του πενήντα τον πόνο,
Τα λέμε χτυπήματα της μοίρας κι εξωγενή συμφέροντα…
Όχι! Κι εμείς ευθύνες έχουμε, άλλοι πολύ, άλλοι λίγο,
Οι τραγικές όμως αυτές βαραίνουν τους ταγούς μας
Κι όλους τους αργυρόνητους, που ένοχοι λογιούνται,
Ίσως και αρνησιπάτριδες, για να εξαργυρώσουν το έπαθλο,
Που «κέρδισαν» από τους δήμιούς μας.
Σε προσέβαλαν οι ακλεείς, Πατρίδα των Πατρίδων!
Το άρωμά σου πήρανε, σε γέμισαν ρυτίδες
Και την κατάρα σπείρανε, τέχνασμα που κατέχουν,
Όλους εμάς να διαιρούν κι αυτοί να βασιλεύουν!
Κι εμείς, όμως, εστείλαμε την άνοιξη εξορία,
Όταν τους ξένους φέραμε, στο ιερό ν’ ανέβουν
Και της πατρίδας την τιμή να τη διαφεντεύουν.
Μαρμάρωσε το όραμα! Πάγωσε ο λαός μας!…
Όλ’ αυτά τα χτυπήματα και οι λεηλασίες,
Την άκοπη τη Μάνα μας βαριά την καταβάλλουν,
Αυτά εμείς τα βλέπουμε, σπαράσσετ΄η ψυχή μας!
Για τούτο, πρέπει όλοι μας, ΟΛΟΙ ΜΑΣ να νοιαστούμε!
Πρέπει να κελαϊδήσουνε και πάλι τα αηδόνια…
Πού ‘ναι , πατρίδα μου γλυκιά, τα κάλλη κι η αρχοντιά σου;
Πού ‘ναι οι δάφνες οι χρυσές, πούν’ οι περγαμηνές σου
Πού στέκουνε οι θρύλοι σου και οι γιγαντομάχοι;
Τα κάλλη και οι θρύλοι μου στ’ άθορο ‘ναι κρυμμένοι
Αυτή την παγερή εποχή, που κατοχή θυμίζει.
Οι κόποι μου αμέτρητοι, σωρός τα βάσανά μου
Από την άτιμη σουρμή που τρώει τα σωθικά μου…
Πρέπ’ όμως όλοι, δυνατά, χωρίς καπετανάτα,
Τη μάχη μας να δώσουμε, τι το θεριό δεν παίζει!
Η ρωμιοσύνη βάλλεται από παντού χτυπιέται
Οι νέοι μας αγκομαχούν στου τίποτα το είναι
Κι άλλοι στο μαρτύριο της στείρας προσδοκίας,
Οι δε ταγοί ανεπαρκείς στην κρίσιμη πορεία.
Χωρίς αξίες και αρχές, σαθρή η κοινωνία,
Πρέπ’ όμως να ξαναφέρουμε τον ήλιο στην πατρίδα!
Πρέπει! Πρέπει να φθάσουμε στη χώρα τη δική μας,
Γιατί θα μας συνθλίψουνε εδώ οι συμπληγάδες,
Μ΄αυτούς ποτέ δε σμίγουνε, άλλ’ είναι οι σκοποί τους.
Μην απορείς τα κουρέλια δεν ποροκαλούν τύψεις
τα ψίχουλε και η απόγνωση δεν κεντρίζουν συνειδήσεις
το γάλα που βυζάξανε και τη ζωή κέρδισαν
αμέσως το λησμόνησαν και ολετήρες γίναν
Τα λάβαρα του τρόμου και της πτώχευσης
μας ανεμίζουν οι “ευεργέτες” μας
αυτοί που μας πυροδοτούν από τα παλαιά τα χρόνια
για να αδελφοτρωγόμαστε και αυτοί να βασιλεύουν
Και οι αγώνες; τα μαρτύρια; οι θυσίες;
Τα αίματα; Οι κατοχές; Οι φτώχειες;
Οι πολιτισμοί; Οι δημοκρατίες;
Οι αρετές; Η λευτεριά; Η δικαιοσύνη;
Δεν τους θυμίζουν τίποτα; τίποτα δεν θυμίζουν;
Όχι! Στους ανιστόρητους τίποτα δεν θυμίζουν
γι’αυτό και πάλι μόνοι μας στη θύελλα θα βγούμε
χωρίς τα αποσπάσματα και δίχως τους προστάτες
αρκεί να μην ερίζουμε και αδελφοπολεμάμε
Θα σκαρφαλώσουμε ξανά, στον Όλυμπο θα πάμε
για να πετάξουμε ψηλά και πάλι οι ψυχές μας
στη ρούγα των Αθάνατων, να τους συμβουλευτούμε
για την ευλογημένη Γη που όλα, μα όλα μπορεί να τα υπομένει
Ας πτωχεύσουμε λοιπόν, οι ψυχές μας δεν θα πεθάνουν
εσείς όμως “σύμμαχοι”, που σας χαρίσαμε νου και καρδιά
όπως είπε και ο Γκαίτε “πολιτισμένοι της Γης”
δεν μας χρωστάτε τίποτα; Τίποτα δεν χρωστάτε;
Καιρός να ξεδιαλύνουμε τα ημερολόγια μας…
Τα φέρετρα που μας προσφέρατε, τα αρνούμαστε!
Το ξέρουμε, χρωστάμε, ναι χρωστάμε, χρωστάμε
από τα λάθη μας και τις επιλογές μας
γι’αυτό και υα πληρώσουμε και θα λογαριαστούμε
Εσείς αχρείοι και επιλήσμονες, μικροί και κερδοσκόποι
ψυχές καμβμένες από μπαλώματα φώκιας
δεν μας χρωστάτε τίποτα; τίποτα δεν χρωστάτε;
Τόσο πολύ ξεχάσατε την αγία ευγνωμοσύνη;
Μη σπεύσετε όμως τύρρανοι
της εσχάτης της σάλπιγγας αιμοδιψείς και ξένοι
δεν έφθασε η ώρα
έχετε χρόνο να δικαιολογήσετε τις πράξεις σας
Θλιβερά όντα, κακόψυχες υπάρξεις
δεν θα κουσρέψετε της ψυχής μας το χαμόγελο,
και ούτε οι ελπίστριες της σπείρας σας
θα ραγίσουν της καρδιάς μας τα κάστρα
“Αδριάντα” δεν θα σας στήσουμε.
Καλά όμως να γνωρίζετε πως τούτη εδώ η τέφρα,
αυτή που αντικρύζετε, θα μας ξαναγεννήσει,
γιατί έχει σπόρο αθάνατο και γάλα ελευθερίας
Ξέρουμ’ ότι είναι άπιαστο του δίκιου μας το χέρι
αλλά δεν θα λυγίσουμε, όρθιοι θα σταθούμε
όρθιοι θα παλέψουμε, θα ξαναγεννηθούμε
μ’ αυτούς μπροστά που θα χουνε
τόλμη και σύνεση μαζί, λόγο αλλά και πράξη!
Έπρεπ’ όμως να ξέρετε, πως η πατρίδα ετούτη
που την αλήθεια φύτεψε και τη διακοσύνη
δεν είναι για ταπείνωσες και θα στερέψει,
τ’ όνειρο και τ’ όραμα θα ξαναζωντανέψει,
όσες πισώπλατες βολές και να μηχανευτείτε
Αρκεί να αποκηρύξουμε την άτιμη κατάρα