Η κυβέρνηση προωθεί μια σημαντική ανατροπή στο οικογενειακό δίκαιο, προβάλλοντας ως αιτιολογική βάση μεταξύ άλλων την Ισότητα των φύλων, μέσω της οποίας επιβάλλεται δια νόμου η συνεπιμέλεια των παιδιών στη περίπτωση διασπασμένων οικογενειών.
Συγκεκριμένα, όπως προκύπτει από το δημοσιευθέν στον τύπο «Προσχέδιο Τροποποιήσεων Οικογενειακού Δικαίου», μέσω της «ισόχρονης παρουσίας και των δύο γονέων», Άρθρο 1511, 2ΑΚ, και της «εναλλασσόμενης διαμονής», Άρθρο 1514 3β ΑΚ, επιχειρείται να καθιερωθεί η χρονική συν-επιμέλεια, δηλαδή το παιδί να περνά το ήμισυ του χρόνου του με τον κάθε γονέα, εναλλάξ ανά ημέρα, ανά εβδομάδα, κ.ο.κ. και επομένως να εναλλάσσει κατοικία και τόπο διαμονής.
Η Δημοτική Επιτροπή Ισότητας του Δήμου Αγίου Δημητρίου παρακολουθεί με ενδιαφέρον τη συζήτηση που έχει αναπτυχθεί γύρω από την επιχειρούμενη μεταρρύθμιση του οικογενειακού δικαίου και καταθέτει τα εξής:
Ήδη από τη μεταρρύθμιση του οικογενειακού δικαίου το 1983 κατέστη δυνατή η συνεπιμέλεια υπό τις διάφορες μορφές (ακόμη και με εναλλασσόμενη διαμονή του τέκνου), αποφασιζόμενη είτε από το δικαστήριο, ύστερα από σχετική συμφωνία των γονέων, είτε από μόνο το δικαστήριο, πάντοτε όμως με κριτήριο το συμφέρον του παιδιού. Οι σημερινοί υποστηρικτές της συνεπιμέλειας δεν αρκούνται στη δυνατότητα του δικαστηρίου ή των γονέων να την αποφασίσουν, αλλά επιδιώκουν να καθιερωθεί από τον νόμο ως υποχρεωτική η ίση χρονική κατανομή της επιμέλειας, περιλαμβανομένης και της υποχρεωτικής εναλλαγής της διαμονής του τέκνου, κατά τρόπο δεσμευτικό για τον δικαστή. Επιδιώκεται όχι η δυνατότητα της συνεπιμέλειας, αλλά η άνωθεν επιβολή της.
Η όποια αλλαγή επιχειρηθεί στο καθεστώς της γονικής μέριμνας πρέπει να προτάσσει το συμφέρον του παιδιού. Το οποίο ορίζεται στα πλαίσια της κάθε συγκεκριμένης οικογένειας με βάση τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της. Η υποχρεωτική «συνεπιμέλεια» μετατρέπει το παιδί από υποκείμενο δικαιωμάτων σε αντικείμενο το οποίο διαμοιράζεται μεταξύ των γονέων του με το χρονόμετρο.
Υπάρχει μεγάλη δημόσια προβολή της θέσης των υποστηρικτών της υποχρεωτικής συνεπιμέλειας, εκφρασμένη κυρίως από «συλλόγους μπαμπάδων». Συχνά χρησιμοποιείται υποτιμητικός λόγος για τις γυναίκες (μέγαιρες, εκδικητικές) οι οποίες κατηγορούνται ότι εργαλειοποιούν τη μητρότητα για να διατηρήσουν τα προνόμια τους. Οι αναπαραστάσεις αυτές αγνοούν τη σκληρή πραγματικότητα σύμφωνα με την οποία οι γυναίκες αναλαμβάνουν σχεδόν κατά αποκλειστικότητα τη γονική μέριμνα, ενώ χιλιάδες πατεράδες αρνούνται να επιμεριστούν τυπικά αλλά και ουσιαστικά αυτήν την ευθύνη τόσο πριν, όσο και μετά τη λύση του γάμου, ακόμη και να καταβάλουν την (εκδικασμένη) διατροφή.
Με βάση τα παραπάνω καταθέτουμε τον έντονο προβληματισμό μας για την προτεινόμενη υποχρεωτική εναλλασσόμενη διαμονή του παιδιού, χωρίς τη σύμφωνη γνώμη και των δύο γονέων και χωρίς να έχουν προηγηθεί έρευνες και μελέτες που θα καταδεικνύουν πέρα από κάθε αμφιβολία ότι η ομαλή σωματική και ψυχοκοινωνική ανάπτυξη του παιδιού δεν θα επηρεάζεται από τη μη σταθερότητα στο περιβάλλον, τις συνθήκες ζωής και του βασικού φροντιστή του. Επιπλέον, η ρύθμιση αυτή θα διογκώσει το φαινόμενο της ενδοοικογενειακής βίας, καθώς με αφορμή τη συνεπιμέλεια, ο κακοποιητής θα βρίσκει αφορμές (νόμιμες) να παρεμβαίνει και να συνεχίζει την κακοποιητική συμπεριφορά. Ενώ θα καταστήσει το ζήτημα της καταβολής διατροφής ακόμα πιο προβληματικό.
Εάν η κυβέρνηση θέλει πραγματικά να βελτιώσει το ισχύον νομικό πλαίσιο θα πρέπει να εφαρμόσει αυτά που εδώ και 25 χρόνια έχουν μείνει στα «χαρτιά»: α) την ίδρυση οικογενειακών δικαστηρίων και β) την ίδρυση σώματος οικογενειακών κοινωνικών λειτουργών, όπως προβλέπεται από το Ν. 2447/1996 που σε συνεργασία με το δικαστικό διαμεσολαβητή θα λειτουργήσουν ουσιαστικά και προωθητικά στην εμπέδωση μιας ουσιαστικά συναινετικής κουλτούρας σε ό,τι αφορά την μέριμνα και την επιμέλεια των παιδιών.