Η δημοτική παράταξη Βριλησσίων “Δράση για μία άλλη Πόλη” παρουσίασε την ανάλυση των Ράλλη Γκέκα, διευθύνοντα συμβούλου της ΕΕΤΑΑ και Κατερίνας Μήτσου, στελέχους της ΚΕΔΕ
Με αφορμή την πρόταση της δημοτικής αρχής των Βριλησσίων, για την ιδιωτικοποίηση του οδοκαθαρισμού, αναδημοσιεύουμε, (χωρίς εξ’ ανάγκης και να την υιοθετούμε, κυρίως, σε ότι αφορά τα πολιτικά ζητούμενα που δεν υπεισέρχονται στο άρθρο), μια ενδιαφέρουσα ανάλυση των Ράλλη Γκέκα, διευθύνοντα συμβούλου της ΕΕΤΑΑ και Κατερίνας Μήτσου, στελέχους της ΚΕΔΕ, που θέτει υπό αμφισβήτηση, όχι από λόγους αρχής, την άκριτη αποδοχή των ιδιωτικοποιήσεων.
Η οικονομική κρίση και οι ολοένα μεγαλύτερες πιέσεις προς την Τοπική Αυτοδιοίκηση να «προσφέρει περισσότερα με λιγότερους πόρους» δημιούργησαν ένα ασφυκτικό οικονομικά περιβάλλον. Η κατάσταση επιδεινώθηκε με τη μεταφορά σειράς αρμοδιοτήτων, χωρίς όμως την παράλληλη μεταφορά και των αντιστοιχών, για την υλοποίηση τους, πόρων. Οι συνθήκες αυτές οδήγησαν στην αναζήτηση εναλλακτικών τρόπων χρηματοδότησης με σκοπό να προσφέρουν οι δήμοι τις ίδιες ή ακόμη και περισσότερες υπηρεσίες προς τους πολίτες τους, με το ίδιο ή χαμηλότερο κόστος.
Στη δύσκολη αυτή εξίσωση προστίθεται και ο παράγων τρόικα. Οι λύσεις πλέον δεν πρέπει απλώς να προταθούν ή να αξιολογηθούν από την τρόικα αλλά, στις περισσότερες των περιπτώσεων, αποτελούν δική της επιλογή. Η λύση που επιβάλλεται πολλές φορές αποτελεί λύση για κάποιο άλλο πρόβλημα και όχι πάντως για το ζητούμενο. Σε μεγάλο βαθμό το πρόβλημα είναι ο ίδιος ο καθορισμός του. Μπορεί για παράδειγμα, ένα δημοσιονομικό νούμερο να περιγράψει την πολυποικιλότητα και τις προοπτικές των 325 δήμων; Το μέγεθος του δήμου, η διάρθρωση της τοπικής αγοράς, οι ανάγκες και οι ιδιαιτερότητες της τοπικής οικονομίας και κοινωνίας, η εμπειρία και οι διαχειριστικές ικανότητες του κάθε δήμου είναι ορισμένες μόνο από τις παραμέτρους που θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη όταν αναζητούμε μία πραγματική και όχι «πολιτική» λύση.
Δεν ήταν λίγες οι περιπτώσεις, σε ευρωπαϊκό αλλά και παγκόσμιο επίπεδο, όπου η ιδιωτικοποίηση των υπηρεσιών των δήμων προτάθηκε ως εναλλακτική λύση. Η εμπλοκή του ιδιωτικού τομέα στην παροχή δημοτικών υπηρεσιών πολύ γρήγορα έγινε αποδεκτή ως εργαλείο διαχείρισης και όχι μόνο σε δήμους με ένα συγκεκριμένο πολιτικό και ιδεολογικό προσανατολισμό. Από τη δεκαετία του ΄60 με αποκορύφωμα τα τέλη της δεκαετίας του ΄80 δεν ήταν λίγες οι τοπικές αρχές που προχώρησαν άμεσα στη σύναψη συμβολαίων με ιδιώτες για την ανάληψη δημοτικών υπηρεσιών.
Η διεθνής εμπειρία πλέον είναι πολύ πλούσια. Αν και η ιδιωτικοποίηση των υπηρεσιών των δήμων διαδόθηκε με ταχείς ρυθμούς, έρευνες που πραγματοποιήθηκαν κατά τη διάρκεια των τελευταίων χρόνων έδειξαν ότι η ιδιωτικοποίηση δεν ήταν τόσο αποτελεσματική όσο αναμενόταν. Μολονότι η θεωρία της ιδιωτικοποίησης των δημοτικών υπηρεσιών φαίνεται να έχει ακόμη οπαδούς πληθαίνουν, ωστόσο, οι φωνές όσων υποστηρίζουν ότι έχουμε πλέον την «πολυτέλεια» να ξεφύγουμε από πολιτικούς δογματισμούς και να δούμε τις ιδιωτικοποιήσεις στις πραγματικές τους διατάσεις, με τα προτερήματα και τα μειονεκτήματα τους, προσδιορίζοντας το χώρο και το χρόνο που μπορούν ή όχι να τα αξιοποιήσουν.
Η επιλογή της ιδιωτικοποίησης της διαχείρισης των στερεών αποβλήτων δεν είναι τυχαία. Προβάλλεται από την τρόικα ως η λύση ακόμα και στο επίπεδο της αποκομιδής των σκουπιδιών και μόνο. Έχει μάλιστα ποσοτικοποιήσει τις αναμενόμενες «εξοικονομήσεις» των δήμων από την ιδιωτικοποίηση και τις έχει εντάξει στις διεθνείς υποχρεώσεις μας, σε συγκεκριμένο χρονικό προγραμματισμό.
Προσφέρει η ιδιωτικοποίηση της διαχείρισης των στερεών αποβλήτων εξοικονομήσεις πόρων σε όλους τους δήμους ανεξαρτήτως μεγέθους, γεωγραφικής θέσης, δομής και χρόνου; Παρακάτω θα προσπαθήσουμε να απαντήσουμε στο ερώτημα αυτό κάνοντας χρήση κυρίως της διεθνούς εμπειρίας.
Γιατί η ιδιωτικοποίηση της διαχείρισης των στερεών αποβλήτων μπορεί να προσφέρει λύσεις
Πολλές από τις υπηρεσίες που παρέχονται σε δημοτικό επίπεδο χαρακτηρίζονται από την έλλειψη οικονομιών κλίμακας. Στις περιπτώσεις όπου το όριο των αρμοδιοτήτων δεν ταυτίζεται αναγκαία με το γεωγραφικό όριο των δήμων, η αποτελεσματικότερη λύση θα ήταν η ενοποίηση της γεωγραφικής περιοχής. Ένα από τα σημαντικότερα κίνητρα για την ιδιωτικοποίηση των τοπικών υπηρεσιών είναι ο περιορισμός του κόστους μέσω των οικονομιών κλίμακας. Ο εξωτερικός συνεργάτης, υπεύθυνος για την παροχή των υπηρεσιών, δεν χρειάζεται να περιορίσει τη λειτουργία του στα γεωγραφικά όρια ενός δήμου, καθώς η παροχή υπηρεσιών σε πολλούς δήμους μπορεί να επιφέρει οικονομίες κλίμακας και μεγαλύτερα οικονομικά οφέλη.
Ακόμη ένα ισχυρό κίνητρο για να προχωρήσει ένας δήμος στην ιδιωτικοποίηση των υπηρεσιών του είναι και το γεγονός ότι η ιδιωτικοποίηση στην αγορά των τοπικών υπηρεσιών μπορεί να προωθήσει τον ανταγωνισμό. Η διαδικασία του ανταγωνισμού, μέσω του δημόσιου διαγωνισμού, ενισχύει την πίεση προς την κατεύθυνση της ελαχιστοποίησης του κόστους. Αν περισσότερες από μία εταιρίες εμπλακούν στο διαγωνισμό για την ανάθεση των υπηρεσιών ενός δήμου, τότε είναι δυνατόν να δημιουργηθούν οι κατάλληλες συνθήκες για ανταγωνισμό.
Η ιδιωτικοποίηση μπορεί επιπλέον να επιτρέψει τη δημιουργία πιο ισχυρών κινήτρων για τους ιδιώτες. Οι ιδιωτικές εταιρίες είναι περισσότερο ευέλικτες στο να αναλάβουν και να υλοποιήσουν καινοτομίες που θα συντελέσουν στη μείωση του κόστους και θα βελτιώσουν παράλληλα την ανταγωνιστική τους θέση στην αγορά.
Σημαντικό επίσης είναι και το επιχείρημα της εποχικότητας, ιδίως στις περιπτώσεις εκείνες που οι τοπικές αγορές έχουν έντονα εποχικά χαρακτηριστικά, όπως είναι οι τουριστικοί δήμοι. Σε αυτές τις περιπτώσεις είναι προφανές ότι ένα δήμος αδυνατεί να χρηματοδοτεί υποδομές, μηχανήματα και ανθρώπινους πόρους για δώδεκα μήνες, όταν η μεγάλη ζήτηση για συγκεκριμένες υπηρεσίες εκφράζεται σε διάστημα τριών.
Γιατί η ιδιωτικοποίηση δεν μπορεί παντού και πάντα να προσφέρει αξιόπιστες λύσεις σε όλους.
Εμπειρικές μελέτες και έρευνες που έχουν πραγματοποιηθεί δείχνουν ότι πολλές φορές ο κρίκος ανάμεσα στην ιδιωτικοποίηση και την ελαχιστοποίηση του κόστους είναι αρκετά αδύναμος.
Διεθνείς μελέτες για την ιδιωτικοποίηση των υπηρεσιών καθαριότητας:
– ΗΠΑ, δείγμα 24 ΟΤΑ, καμία διαφορά στο κόστος πριν και μετά την ιδιωτικοποίηση.
– ΗΠΑ, δείγμα 22 ΟΤΑ, καμία διαφορά στο κόστος πριν και μετά την ιδιωτικοποίηση.
– Καναδάς, δείγμα 48 ΟΤΑ, εξοικονομήσεις μέσω ιδιωτικοποίησης.
– ΗΠΑ, δείγμα 340 ΟΤΑ, η ιδιωτική παροχή υπηρεσιών αποδείχτηκε πιο ακριβή, ιδίως σε ΟΤΑ με πληθυσμό < 50.000.
– Αγγλία και Ουαλία, δείγμα 305 ΟΤΑ, δεν υπάρχει διαφορά στο κόστος αν έχει προηγηθεί δημόσιος διαγωνισμός.
– ΗΠΑ, δείγμα 261 ΟΤΑ, η ιδιωτικοποίηση έχει μεγαλύτερο κόστος.
– Σουηδία, δείγμα 115 ΟΤΑ, υψηλότερα κόστη με την ιδιωτικοποίηση
– Ολλανδία, δείγμα 491 δήμοι. Αρχικά, το κόστος μειωμένο με την ιδιωτικοποίηση. Με το πέρασμα του χρόνου τα αποτελέσματα ανατρέπονται.
– Ιρλανδία, δείγμα 48 ΟΤΑ, εξοικονομήσεις μέσω ιδιωτικοποίησης.
– ΗΠΑ, δείγμα 110 ΟΤΑ, το κόστος της παροχής υπηρεσιών δεν επηρεάζεται από την ιδιωτικοποίηση.
– Ισπανία, δείγμα 186 ΟΤΑ, το κόστος της παροχής υπηρεσιών δεν επηρεάζεται από την ιδιωτικοποίηση.
Διαδημοτική Συνεργασία
Και στη χώρα μας υπάρχουν «καλές πρακτικές» εφαρμογής της διαδημοτικής συνεργασίας στην αποκομιδή των σκουπιδιών. Ο δήμος Καρδίτσας σε συνεργασία με το δήμο Πλαστήρα δημιούργησαν ένα πρόγραμμα διαδημοτικής συνεργασίας μέσω του ΘΗΣΕΑ. Με αυτό τον τρόπο εξασφάλισαν την υλικοτεχνική υποδομή, ενώ η κατανομή των λειτουργικών εξόδων γίνεται με βάση αντικειμενικά κριτήρια, όπως δρομολόγια, αποστάσεις, όγκος κλπ. Οι συμμετέχοντες δήμοι εμφανίζονται ικανοποιημένοι από τη συνεργασία αυτή και όπως λέγεται «ομάδα που κερδίζει δεν την αλλάζεις».
Το βασικό θετικό επιχείρημα για την αποτελεσματικότητα των ιδιωτικοποιήσεων είναι ότι προωθούν τον ανταγωνισμό και μέσω αυτού την εξοικονόμηση πόρων. Σε έρευνες που πραγματοποιήθηκαν στον τομέα διαχείρισης απορριμμάτων στην Ισπανία, αλλά και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, βρέθηκαν εμπειρικές αποδείξεις που υποδήλωναν τη δημιουργία μιας συγκεντρωτικής αγοράς. Η ύπαρξη ενός τόσο υψηλού συγκεντρωτισμού συνεπάγεται και την κυριαρχία των μεγάλων ιδιωτών εργολάβων, κυρίως στους μεγάλους δήμους, αλλά και την ανάπτυξη τοπικών μονοπωλίων στους μικρότερους. Τα υψηλά επίπεδα συγκεντρωτισμού στην αγορά συνεπάγονται και υψηλότερα κόστη για την παροχή των τοπικών υπηρεσιών. Μια αγορά με τέτοια δομή βλάπτει τους όρους του ανταγωνισμού, καθώς δεν μπορεί να υπάρξει επαρκής αριθμός εργολάβων ικανών να πλειοδοτήσουν στο σύνολο των δήμων.
Ένα δεύτερο βασικό επιχείρημα υπέρ των ιδιωτικοποιήσεων είναι η προσπάθεια δημιουργίας και αξιοποίησης οικονομιών κλίμακας. Οικονομίες κλίμακας δεν μπορείς όμως να πετύχεις αποκλειστικά με ιδιωτικοποιήσεις. Σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες (Ισπανία, Γαλλία, Ολλανδία) οι τοπικές αρχές έχουν τη δυνατότητα να συνεργαστούν με γειτονικούς δήμους μέσω σχημάτων διαδημοτικής συνεργασίας. Οι μορφές αυτής της συνεργασίας ενοποιούν ουσιαστικά την παροχή τοπικών υπηρεσιών σε ένα σημαντικό αριθμό διαφορετικών δήμων.
Στους μικρούς πληθυσμιακά δήμους δύο είναι οι βασικοί παράγοντες που χρησιμοποιούνται για να εξηγήσουν για ποιο λόγο η ιδιωτικοποίηση των υπηρεσιών δεν αποδίδει τις προβλεπόμενες εξοικονομήσεις. Σε πρώτη φάση οι δήμοι είναι πιθανόν να αντιμετωπίσουν δυσκολίες στην κάλυψη του υψηλού κόστους διαχείρισης (νομική, οικονομική τεχνική υποστήριξη) που προκαλείται από τον έλεγχο των συμβάσεων με τις ιδιωτικές εταιρίες. Παράλληλα, είναι πιθανόν, όπως έχει ήδη αναφερθεί, ο αριθμός των αναδόχων που θα διαγωνιστούν να είναι περιορισμένος και συνεπώς αντί να επιτευχθεί ένας αποδοτικός διαγωνισμός να σχηματιστεί ένα τοπικό trust, που θα χειραγωγήσει τις τιμές και θα καταλήξει στην μη εξοικονόμηση κόστους.
Ο τομέας της διαχείρισης των απορριμμάτων είναι αυτός που επιλέγεται πιο συχνά ως αντικείμενο των ερευνών, τόσο γιατί σε αυτόν έχουν γίνει οι περισσότερες απόπειρες ιδιωτικοποίησης, όσο και γιατί η δυναμική της αγοράς των απορριμμάτων «επιτρέπει» τη σύγκριση ανάμεσα στον ιδιωτικό και το δημόσιο τομέα. Οι μελέτες και οι έρευνες που έχουν πραγματοποιηθεί στον τομέα της ιδιωτικοποίησης των δημόσιων υπηρεσιών περιλαμβάνουν εμπειρικά δεδομένα τόσο από τις ΗΠΑ, όσο και από τις χώρες της Ευρώπης. Σχεδόν στο σύνολό τους ή τουλάχιστον στο μεγαλύτερο μέρος τους, οι μελέτες αυτές καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι η ιδιωτικοποίηση δεν συνδέεται απαραίτητα με τον περιορισμό του κόστους στην παροχή των δημόσιων υπηρεσιών.
Για να καταλήξουν στο συμπέρασμα αυτό οι μελετητές χρησιμοποίησαν σειρά από ανεξάρτητες μεταβλητές, ώστε να προσδιορίσουν το κόστος με το οποίο θα επιβαρυνόταν ο δήμος, ανάλογα με τον τρόπο παροχής της υπηρεσίας (δημόσιο ή ιδιωτικό). Πιο συγκεκριμένα, οι μεταβλητές που χρησιμοποιήθηκαν ήταν: ο αριθμός των μονάδων συλλογής, η εβδομαδιαία συχνότητα συλλογής απορριμμάτων, αν το σημείο συλλογής ήταν ατομικό ή εξυπηρετούσε μεγαλύτερο αριθμό ατόμων, η πληθυσμιακή πυκνότητα και η μορφή διαχείρισης των υπηρεσιών. Στη διάρκεια των επόμενων χρόνων προστέθηκαν μεταβλητές που μπορούσαν να παρέχουν περισσότερα ποιοτικά στοιχεία, (για παράδειγμα το ποσό των παραγόμενων απορριμμάτων, το αν υπάρχει ΧΥΤΑ στα όρια του δήμου), ενώ χρησιμοποιήθηκαν και πιο εξελιγμένες τεχνικές στατιστικής και οικονομετρίας.
Οι εμπειρικές αναλύσεις σχετικά με το κόστος της παροχής υπηρεσιών σε τοπικό επίπεδο από ιδιώτες εργολάβους δεν προσέφεραν ισχυρές αποδείξεις προς την κατεύθυνση της εξοικονόμησης κόστους μέσω της ιδιωτικοποίησης. Τα εμπειρικά δεδομένα κατέδειξαν ότι η ιδιωτική ανάληψη υπηρεσιών, ανάμεσα σε εταιρίες που έχουν λάβει μέρος σε διαγωνισμό, αν και αρχικά επιτύγχανε χαμηλότερο κόστος, κατέληγε τελικά να είναι ακριβότερη. Σχετικά με τη σύγκριση που πραγματοποιήθηκε ανάμεσα στο δημόσιο και το ιδιωτικό μονοπώλιο οι έρευνες έδειξαν ότι σε περιπτώσεις δήμων με πληθυσμό μικρότερο των 50.000 κατοίκων δεν υπήρχαν σημαντικές διαφορές στα κόστη, κάτι που όμως δεν έχει πάντα απόλυτη ισχύ για μεγαλύτερους δήμους, όπου η ιδιωτικοποίηση των υπηρεσιών ισοδυναμούσε μερικές φορές με χαμηλότερο κόστος. Αυτό συνέβαινε κυρίως λόγω της ύπαρξης μεγαλύτερου αριθμού αναδόχων που μετείχαν στους διαγωνισμούς χαμηλώνοντας, τουλάχιστον αρχικά, το κόστος των παρεχόμενων υπηρεσιών. Όπως παρατηρήθηκε, σε συγκεκριμένες μελέτες που πραγματοποιήθηκαν τόσο στην Ευρώπη όσο και στις ΗΠΑ, ο ανταγωνισμός ενθάρρυνε τους ιδιώτες εργολάβους να διατηρούν τα κόστη σε χαμηλά επίπεδα, επιτυγχάνοντας εξοικονομήσεις που άγγιζαν σε πολλές περιπτώσεις το 20% μέσα στον πρώτο χρόνο. Ωστόσο, οι εξοικονομήσεις αυτές εξαφανίστηκαν μέσα στα επόμενα 2 χρόνια γεγονός που υποδηλώνει άλλου είδους προσφορές από τους αναδόχους.
Οι πιο πρόσφατες μελέτες σχετικά με την ιδιωτικοποίηση της διαχείρισης απορριμμάτων δεν έχουν δείξει σαφείς διαφορές στο κομμάτι του περιορισμού του κόστους. Αντίθετα, σε έρευνα που πραγματοποιήθηκε σε Σουηδικούς δήμους, διαπιστώθηκε ότι η ιδιωτικοποίηση των δημοτικών υπηρεσιών είχε μεγαλύτερο κόστος λόγω του μεγαλύτερου κεφαλαιουχικού κόστους των ιδιωτικών εταιριών.
Συμπεράσματα
Η ανάθεση σε ιδιώτες της αποκομιδής ή διαχείρισης των στερεών αποβλήτων δεν έχει ένα μόνο πρόσημο, όσον αφορά στον επηρεασμό των οικονομικών μεγεθών του δήμου. Σε ορισμένες πολύ συγκεκριμένες περιπτώσεις μπορεί να οδηγεί σε εξοικονομήσεις ενώ σε άλλες περιπτώσεις δεν ενδείκνυται. Σε πολλές περιπτώσεις η σχέση των ιδιωτικοποιήσεων με την εξοικονόμηση πόρων δεν εμφανίζει στατιστική σημαντικότητα.
Καταρχήν, σε ορισμένες μελέτες, αποδοτικές φαίνονται να είναι οι ιδιωτικοποιήσεις της υπηρεσίας καθαριότητας σε δήμους από ένα μέγεθος και πάνω (συνήθως πάνω από 50.000 κατοίκους). Για να πραγματοποιηθεί αυτό θα πρέπει η τοπική αγορά να μπορεί να προσφέρει εναλλακτικές λύσεις. Η έλλειψη αποδοτικού ή και αδύναμου ανταγωνισμού λόγω του ισχυρού συγκεντρωτισμού και των τοπικών μονοπωλίων αποτελεί έναν από τους ουσιαστικότερους λόγους για τον οποίον η ιδιωτικοποίηση δεν συντελεί στις περισσότερες περιπτώσεις στον περιορισμό του κόστους των παρεχόμενων υπηρεσιών. Σε αυτή την περίπτωση θα πρέπει να λάβουμε υπόψη μας την ιδιαιτερότητα των νησιωτικών ΟΤΑ. Το νησί αποτελεί γεωγραφικό σύνορο για την ίδια την αγορά. Ποιές οικονομίες μεγέθους; Ποιό ανταγωνισμό; και πώς θα ανταπεξέλθει ο δήμος στην αυξημένη ζήτηση της τουριστικής περιόδου; Τα ερωτήματα αυτά είναι φανερό ότι δεν μπορούν να απαντηθούν με οριζόντιες πολιτικές.
Ακόμη και στην περίπτωση που η ιδιωτικοποίηση επιλεχθεί ως μέθοδος διαχείρισης υπάρχει κίνδυνος σε βάθος χρόνου να αποβεί ασύμφορη. Συγκεκριμένες θεσμικές παρεμβάσεις, που θα διασφαλίζουν ποιοτικά και αποδοτικά οφέλη στη διαχείριση των υπηρεσιών, είναι απαραίτητο να εξασφαλιστούν προκειμένου οι εξοικονομήσεις στα κόστη που θα προκύψουν να διατηρηθούν σε βάθος χρόνου.
Η αναμόρφωση των δημοτικών υπηρεσιών, η ενίσχυση των νομικών και οικονομικών τους υπηρεσιών και η δυνατότητα προκήρυξης και παρακολούθησης των συμβάσεων με διαφανείς και αποτελεσματικούς τρόπους αποτελεί το μοναδικό αντίδοτο στην όποια προσπάθεια διαπλοκής ή και διαφθοράς. Είναι γνωστές οι διοικητικές δυνατότητες που έχουν οι μικροί δήμοι της χώρας. Για να μπορέσουν να ανταπεξέλθουν σε τέτοιους είδους πιέσεις θα πρέπει να προβλεφθεί και να δημιουργηθεί ένας ισχυρός υποστηρικτικός μηχανισμός ενώ πάντα παραμένει εν ισχύ η εναλλακτική λύση της διαδημοτικής συνεργασίας.
Τέλος, η συζήτηση χρειάζεται να επεκταθεί και στην οργάνωση του ίδιου του τομέα των υπηρεσιών καθαριότητας. Η αποτελεσματική οργάνωση και λειτουργία θα καθορίσουν την εξοικονόμηση του κόστους ανεξάρτητα από την τελική επιλογή.
Σημειώνεται ότι η όλη συζήτηση περιορίζεται σε οικονομικούς ή δημοσιονομικούς όρους και δεν περιλαμβάνει καθόλου το ζήτημα της ποιότητας των προσφερομένων υπηρεσιών. Παρόλα αυτά παρατηρείται ότι η λύση στο πρόβλημα αποτελεσματικής διαχείρισης των απορριμμάτων δεν μπορεί να είναι μονολιθική. Απαιτείται ευελιξία όσον αφορά το μέγεθος του δήμου, τις διοικητικές του δυνατότητες, τον χρόνο και τον τρόπο εφαρμογής της σύμβασης, τις διαδημοτικές συνεργασίες, τη διάρθρωση της αγοράς και τις ανάγκες.
Είναι προφανές ότι δεν κομίζουμε «γλαύκα εις Αθήνας». Η διεθνής εμπειρία βοά. Τότε γιατί αυτή η δογματική εμμονή της τρόικα σε εδώ και τώρα ιδιωτικοποιήσεις της υπηρεσίας καθαριότητας, χωρίς να παίρνει υπόψη τα πραγματικά δεδομένα, τη διεθνή εμπειρία, τις ιδιαιτερότητες και ανάγκες; Είναι γνωστό ότι δεν προκάλεσε ούτε στηρίζεται σε καμία εξειδικευμένη μελέτη της υπάρχουσας κατάστασης και των προοπτικών των δημοτικών υπηρεσιών καθαριότητας. Έχουμε την αίσθηση ότι η λύση που προσπαθεί να προσφέρει η τρόικα δεν είναι στο συγκεκριμένο πρόβλημα. Είναι μία λύση «πολιτική», σε άλλα «προβλήματα» και καθόλου δεν λαμβάνει υπόψη της ή δεν την ενδιαφέρει, η συγκεκριμένη περίπτωση. Απλώς, η υπηρεσία καθαριότητας αποτελεί το «άλλοθι» για την επιβολή όρων, που η οριζόντια εφαρμογής τους είναι βέβαιο ότι πάλι όχι μόνο εξοικονομήσεις, αλλά παραπάνω κόστος και αναταραχή θα δημιουργήσουν.