ΣΚΗΝΕΣ ΚΑΙ ΣΚΕΨΕΙΣ ΑΠΟ ΜΙΑ ΤΡΑΓΩΔΙΑ
«…θρήνος και κλαυθμός και οδυρμός πολύς…» (Ματθ. Β’ 18)
Η δραματική βιβλική έκφραση, με την οποία αποδόθηκε η «σφαγή των νηπίων», ταιρίαζει πολύ με τα συναισθήματα που κατέκλυσαν την ελληνική κοινωνία από την τραγωδία των Τεμπών.
Ο παραλογισμός της σύγκρουσης των τρένων, η βιαιότητα του συμβάντος, οι σκηνές φρίκης που εκτυλίχθηκαν, ο ανθρώπινος σπαραγμός γονέων και συγγενών και προπαντός ο αδικαιολόγητος μαρτυρικός χαμός πενήντα εφτά ανθρώπων, στην πλειοψηφία τους νέων «στην πιο καλή τους ώρα», προκάλεσε καθολική οδύνη, οργή και αγανάκτηση στο συλλογικό υποσυνείδητο της κοινωνίας και τις ατομικές συνειδήσεις όλων των μελών της.
Το αυθόρμητο φορτισμένο ερώτημα «ΓΙΑΤΙ;» αναδύθηκε αυτόματα ως λογική και συναίσθηματική απορία στον καθένα. Όπως και η εκ βαθέων ευχή και αίτημα «ΠΟΤΕ ΞΑΝΑ».
Αλλά κοντά στα αυθόρμητα αυθεντικά αισθήματα και την καθολική γνήσια συγκίνηση, δεν άργησαν να ξεφυρτώσουν τα συνήθη «άνθη του κακού».
Γιατρός επίδοξος βουλευτής και ανώτερος συνδικαλιστής, άμεσα σχετιζόμενος με το τραγικό δυστύχημα, αναδείξανε στην ακραία εκδοχή τους την ανθρώπινη ευτέλεια και δειλία.
Η αντίδραση και οι δικαιολογίες και των δύο, προκαλούν θλίψη και πρόσθετη οδύνη.
Δικηγόρος διακήρυσσε ότι άσκησε αγωγή μια – δυο μέρες μετά την τραγωδία για λογαριασμό κάποιου τραυματία. Το τέχνασμα δεν διακρίνεται ούτε για την υψηλοφροσύνη ούτε για την ανιδιοτέλειά του. Το ίδιο ισχύει και για συναφή δραστηριότητα άλλων κληθέντων ή αυτόκλητων υπερασπιστών.
Αυτά ως αρνητικά δείγματα ατομικών συμπεριφορών.
Αλλά υπάρχουν και οι συμπετριφορές σε συλλογική κλίμακα.
Οι εικόνες «βαρυπενθούντων» που χασκογελούν, ακκίζονται και αποτυπώνουν τη ρηχότητα και την κενοδοξία τους, για να αυτοθαυμάζονται στα κοινωνικά δίκτυα, μόνο πραγματικά συναισθήματα δεν δείχνουν. Ούτε σεβασμό, ούτε πολιτισμό.
Άλλοι εκδήλωσαν το «πένθος» τους, βανδαλίζοντας τη μνημιακή πλάκα των τριών άγρια και μαρτυρικά δολοφονημένων της Μαρφίν, που κάηκαν ζωντανοι, από θρασύδειλα ανθρωποειδή. Περιέργως, κανείς δεν αντέδρασε.
Η πολιτική κερδοσκοπία επί της τραγωδίας, οδήγησε αρχηγό κοινοβουλευτικού κόμματος, να γράψει ότι πρόκειται για «μοναδική ευκαιρία». Ο ίδιος προσπερνάει την άγρια κακοποίησή του από αναρχικούς, που τον έστειλε στο νοσοκομείο, προκειμένου να μη χάσει το προσδοκόμενο μικροκομματικό όφελος από τη δυσφορία της κοινωνίας για την τραγωδία.
Ύαινες των κοινωνικών δικτύων και ανεγκέφαλα μικρομεσαία πολιτικά στελέχη, παριστάνουν ότι πονάνε περισσότερο από τους χαροκαμένους γονείς και τους καθυβρίζουν, γιατί χαλάνε τα καπηλευτικά τους σχέδια.
Αυτά είναι επιμέρους θλιβερές πτυχές. Υπάρχει και το μείζον: Η αναζήτηση ευθυνών. Εδώ τα πράγματα εκτρέπονται, ηθελημένα ή αθέλητα, οδηγώντας σε σύγχυση.
Προφανώς, οι υπεύθυνοι της τραγωδίας πρέπει να υποστούν τις ποινικές κυρώσεις που προβλέπονται.
Για την εξεύρεση και τον καταλογισμό τους, αποκλειστικά υπεύθυνη είναι η Δικαιοσύνη.
Υπάρχουν ασφαλώς και οι πολιτικές ευθύνες. Βαραίνουν όλες τις πολιτικές ηγεσίες, τα κόμματα και τις κυβερνήσεις που με τις πράξεις και τις παραλείψεις τους, οδήγησαν τους ελληνικούς σιδηροδρόμους στο συνεχιζόμενο επί δεκαετίες οικονομικό, οργανωτικο και διοικητικό χάλι τους.
Ευθύνονται ακόμη περισσότερο, όλοι όσοι υπέθαλψαν, ενθάρρυναν ή ανέχτηκαν τη φυγοπονία, την οκνηρία, την ανεπάρκεια και την απύθμενη ανευθυνότητα, που αναδείχτηκε εξ αφορμής της τραγωδίας.
Τα όσα φοβερά είδαμε και ακούσαμε τιε τελευταίες μέρες, δείχνουν πώς διαπαιδαγωγούνταν, εκπαιδεύονταν, διοικούνταν, αξιολογούνταν και ελέγχονταν αυτοί στους οποίους ο ΟΣΕ ανέθετε τη ζωή των επιβατών του.
Δυστυχώς, αυτή η αλήθεια δεν λέγεται ούτε τώρα.
Όλοι ανεξαιρέτως προτιμούν να αποσιωπούν και να παραβλέπουν τα εργασιακά ήθη που επικρατούσαν στον ΟΣΕ για τα οποία ευθύνονται οι ίδιοι, και τα οποία με τη σειρά τους προκάλεσαν την τραγωδία.
Η αναζήτηση ευθυνών εκεί που δεν υπάρχουν είναι βολική γιατί συγκαλύπτει την ευθύνη των πολιτικών και αποφεύγει να θίξει τα κακώς κείμενα, για να μη δυσαρεστήσει όσους αναγκαστικά πρέπει να αλλάξουν νοοτροπία και αντίληψη.
Μιλτιάδης Καρπέτας, π. δήμαρχος Μεταμόρφωσης