Κριστίν Λαγκάρντ: Στην Ελλάδα σημειώθηκε μια θεαματική αλλαγή
Συνέχιση των μεταρρυθμίσεων και της δημοσιονομικής πειθαρχίας συστήνει η επικεφαλής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας Κριστίν Λαγκάρντ, η οποία θεωρεί σημαντικά δείγματα εμπιστοσύνης στις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας την ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας αλλά και την προσφορά της UniCredit για την εξαγορά του ποσοστού του ΤΧΣ στην Alpha Bank.
Σε συνέντευξή της στο Mega η Κριστίν Λαγκάρντ δηλώνει ενθουσιασμένη που βρίσκεται στην Αθήνα και διαπιστώνει θεαματική αλλαγή στους Έλληνες μετά τα δύσκολα χρόνια των Μνημονίων, καθώς, όπως λέει, νιώθει την ενέργεια, τον ενθουσιασμό όχι μόνο των νέων αλλά όλων των ανθρώπων.
«Όταν κάθισα σε μια μικρή ελληνική ταβέρνα, είδα πως υπάρχει μια θεαματική αλλαγή»
Για το ελληνικό χρέος αναφέρει ότι σήμερα είναι παραπάνω από 30% λιγότερο από ό,τι ήταν πριν από λίγα χρόνια καθώς έχουν γίνει αρκετές προσπάθειες που εστιάζουν στην ανάπτυξη, στην ανταγωνιστικότητα της οικονομίας και «εάν οι μεταρρυθμίσεις συνεχιστούν, η ίδια πειθαρχία παραμείνει, θα συνεχίσουμε να αλλάζουμε την ελληνική οικονομία».
Για την αύξηση των επιτοκίων, η οποία δεν περνάει στις καταθέσεις, η Κριστίν Λαγκάρντ τονίζει ότι «οι καταναλωτές, οι πελάτες των τραπεζών πρέπει να εξασκηθούν στο να κρίνουν και να πιέζουν, με στόχο να διαπραγματευτούν τους όρους των καταθέσεων, των προθεσμιακών καταθέσεων και να ψάξουν τις επιλογές».
Ακολουθεί ολόκληρη η συζήτηση με την πρόεδρο της ΕΚΤ, απόσπασμα της οποίας μεταδόθηκε χθες από το Mega.
Aς αρχίσουμε με τα καλά νέα. Η Ελλάδα έχει πρόσφατα ανακτήσει την επενδυτική βαθμίδα και εάν κοιτάξουμε πίσω η Ελλάδα βρισκόταν για μία δεκαετία σε οικονομική κρίση και ως επικεφαλής τότε του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου είχατε μια πολύ κακή εικόνα για το τι συνέβαινε εδώ. Τώρα τι λέτε για την ελληνική οικονομία;
Πρώτα θα πρέπει να σας πω πως είμαι ενθουσιασμένη που βρίσκομαι στην Ελλάδα, στην Αθήνα, και πως τριγυρνώντας όπως συνηθίζω να κάνω και παρατηρώντας τους ανθρώπους, όταν κάθισα σε μια μικρή ελληνική ταβέρνα, είδα πως υπάρχει μια θεαματική αλλαγή.
Μπορείς να νιώσεις τη δόνηση, την ενέργεια, τον ενθουσιασμό των νέων ανθρώπων, όχι μόνο των νέων, αλλά όλων των ανθρώπων. Είναι μια θεαματική αλλαγή.
Το ελληνικό δημόσιο χρέος είναι βιώσιμο σε κάθε περίπτωση, σύμφωνα με εκθέσεις, έως και το 2032. Από το 2033 έως το 2060 η βιωσιμότητα εξαρτάται από το εάν η Ελλάδα συνεχίσει να έχει υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης και πρωτογενή πλεονάσματα στο 2% μέχρι και το τέλος αυτής της περιόδου. Καθώς η αβεβαιότητα αυξάνεται μετά το 2033, θα πρέπει να γίνουν άλλες παρεμβάσεις στο ελληνικό χρέος και, εάν ναι, ποιες;
Είναι πολύ δύσκολο να προβλέψεις τόσο μακριά και μιλάτε για αριθμούς που έχουν καθοριστεί πάνω σε μια σειρά δεδομένων, και τα δεδομένα αλλάζουν, και οι αριθμοί αλλάζουν. Εάν κοιτάξω το ελληνικό χρέος σήμερα, είναι παραπάνω από 30% λιγότερο από ό,τι ήταν λίγα χρόνια πριν.
Έχουν γίνει αρκετές προσπάθειες που εστιάζουν στην ανάπτυξη, στην ανταγωνιστικότητα της οικονομίας, στις οποίες εάν επιμείνουμε, δηλαδή εάν οι μεταρρυθμίσεις συνεχιστούν, η ίδια πειθαρχία παραμείνει, θα συνεχίσουμε να αλλάζουμε την ελληνική οικονομία.
Φυσικά, οι αριθμοί που αναφέρατε θα πρέπει να είναι στη σκέψη των ανθρώπων που παίρνουν αποφάσεις, αλλά είναι μια ενθάρρυνση για να συνεχίσουμε να μετασχηματίζουμε την ελληνική οικονομία θετικά.
Έχουμε δηλαδή μια διαφορετική εικόνα τώρα;
Ναι, και οι εικόνες αλλάζουν στην πάροδο του χρόνου καθώς εξαρτώνται από τις πολιτικές, από την πολιτική υποστήριξη, από την ανθεκτικότητα του ελληνικού λαού, η οποία ήταν εξαιρετική.
Εχετε αυξήσει τα επιτόκια μέχρι και σήμερα στο 4%. Ενώ τα δάνεια ακολουθούν αυτές τις αυξήσεις, δεν συμβαίνει το ίδιο και με τις καταθέσεις. Για ποιο λόγο συμβαίνει αυτό;
Εμείς είμαστε κεντρικοί τραπεζίτες και εμείς ορίζουμε το επιτόκιο, το οποίο καθορίζει το κόστος χρηματοδότησης των τραπεζών. Τι κάνουν οι τράπεζες σε διαφορετικά κράτη – μέλη και αποφασίζουν, δεν είναι επιλογή μου και δεν μπορώ να κάνω κάτι για αυτό, αλλά πρέπει να πω πως οι καταναλωτές, οι πελάτες των τραπεζών πρέπει επίσης να εξασκηθούν στο να κρίνουν και να πιέζουν, με στόχο να διαπραγματευτούν τους όρους των καταθέσεων, των προθεσμιακών καταθέσεων και να ψάξουν τις επιλογές.
Οι ξένες τράπεζες είναι απούσες από την ελληνική αγορά εδώ και πολλά χρόνια, με εξαίρεση την πρόσφατη συμφωνία της Alpha Bank με τη UniCredit. Γιατί συμβαίνει αυτό; Πιστεύετε πως στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα θα πρέπει να υπάρξουν και άλλες τέτοιες συμφωνίες σαν αυτή;
Αυτό στο οποίο αναφέρεστε, η προσφορά της UniCredit για την Alpha Bank, είναι ένα ξεκάθαρο μήνυμα για την αποκατάσταση της αξιοπιστίας στην επενδυτική ποιότητα του ελληνικού ρίσκου στον τραπεζικό τομέα.
Λοιπόν, είναι θετικό (η συμφωνία) και είναι το επιστέγασμα, μετά και τις αποφάσεις που πήραν οι οίκοι, των καλών μεγεθών που παρουσιάζει η Ελλάδα. Ξέρετε, υπάρχει ένα σταθερό μείγμα πολιτικής.
Ελπίζω να συνεχίσουν, είναι μια καλή επιστροφή των ξένων άμεσων επενδύσεων, κυρίως στον τραπεζικό τομέα, που θα λειτουργήσουν υποστηρικτικά στη στροφή της ελληνικής οικονομίας.