Στην Αλάγια, τέτοιες μέρες γιορτινές
ΤΑ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ
Οι ετοιμασίες
Στην Αλάγια, τέτοιες μέρες άγιες, παραμονές Χριστουγέννων, οι Αλαγιώτες, πιστοί καθώς ήταν, προετοιμάζονταν με νηστεία. Ξεκρέμαγαν τα γιορντάνια με αποξηραμένα λαχανικά – μελιτζάνες, τομάτες, πιπεριές από το κλαδί, τα μούλιαζαν αποβραδίς και κάνανε τα νηστίσιμα τα φαγητά τους: φασόλια και μπάμιες. Είχανε πάντοτε λουκούμια και χουρμάδες με ξηρούς καρπούς, σύκα ξερά, φίλεμα για τους επισκέπτες στη νηστίσιμη περίοδο μα και τους ίδιους σαν κουρασμένοι γύρναγαν από τις δουλειές.
Ένα πιάτο με ξηρούς καρπούς και αποξηραμένα φρούτα έδιναν και στα παιδιά που έλεγαν τα κάλαντα για να τους γλυκάνουν για την καλοτυχία που τους εύχονταν.
Στόλιζαν και τα σπίτια τους με καλάθια γεμάτα ξηρούς καρπούς και ρόδια για το καλό και στην άκρη έβαζαν ένα σκόρδο για το μάτι.
Οι νοικοκυρές ζύμωναν και χριστού-ψωμιά με μαυροσούσαμο και αρκετή μαστίχα μα και πρόσφορα για τις ψυχές γιατί κι αυτές το καρτερούσαν. Έφτιαχναν στο σάσι πίτες, περεχυμένες με μέλι, πετιμέζι, κουλούρες, χουρμάδες και αλευρόπιτες Τις μοίραζαν έξω από την πόρτα των Ταξιαρχών – μετά τη λειτουργία και το διάβασμα για τους νεκρούς που κείτονταν στο κοιμητήρι μέσα στο κάστρο.
Το πρωί, παραμονή και ανήμερα των Χριστουγέννων, τους έβρισκε στη λειτουργία, ντυμένους με τα γιορτινά τους: οι κυράδες με τα γιλεκάκια τους τα ομορφοκεντημένα, οι άντρες και τα παιδιά, με το κόκκινό τους φέσι και όλοι μαζί πηγαίνανε στην εκκλησιά στην λειτουργία που δεν χτύπαγε η καμπάνα λόγω των Τούρκων και του Μπέη που ήταν στην κορυφή του κάστρου. Από το χέρι του Παπα-Κωνσταντή στην εκκλησιά των Αρχαγγέλων μεταλάμβαναν οι πιστοί από τ’ασημένιο, σκαλιστό με τους Αποστόλους Άγιο Δισκοπότηρο και από το χέρι του παπα-Στέφανου στον Άγιο Κωνσταντίνο. (φωτο)
Το γιορτινό τραπέζι
Στο γιορτινό τραπέζι με το τραπεζομάντηλο από κόκκινο βελούδο και τα κοφτά κυπρο-αλαγιώτικα σχέδια οι Αλαγιώτες έβαζαν στη μέση το σουρά – το αρνί το γεμιστό στην κατσαρόλα με τη ψιλοκομμένη τομάτα, το τυρί και τα μπουρέκια, το ατζέμ πιλάφ με τ’αρνίσιο βούτυρο. Και για μετά το φαγητό είχανε ισχλί- μελομακάρονα με καρύδι- τσουρέκια, χριστόψωμο με σταυρό καμωμένο από μαύρο σουσάμι και κουλούρια αλμυρά με μαχλέπι και πιάνανε τραγούδια και χορό με κανονάκι κι ούτι και μετά το φαγητό τσάι πίνανε μυρωδάτο, από το οροπέδιο του Ταύρου βρασμένο με κανελογαρύφαλο στη φωτιά ή στο μαγκάλι με μπόλικο μελάκι.
ΤΗΝ ΠΡΩΤΟΧΡΟΝΙΑ
Το στόλισμα του τραπεζιού
Ανήμερα, οι κυράδες από νωρίς το πρωί, πριν την Εκκλησιά έφτιαχναν σούπα από αρνίσιες γλώσσες για το βράδυ και αρνάκι καπαμά. Η βασιλόπιτα που μύριζε μαχλέπι και μαστίχα στόλιζε το τραπέζι, με τον μπακλαβά, το σαραγλί, το ψιλοκομμένο παστουρμαδάκι με τη ρακί και υποδέχονταν τον χρόνο- παραμονή και ανήμερα- με ευχές και με τραγούδι. Και κομπόστα ψήνανε από φρούτα εποχής μα και ξερούς καρπούς και μ’αποξηραμένα φρούτα (σύκα-βερύκοκα-χουρμάδες) που ζωηρεύανε μέσα στις κανέλες και του γαρύφαλλου τη γλυκιά τη μέθη.
· Το έθιμο με το ρόδι και το αγιασμένο κλειδί
Σαν η πρώτη μέρα του χρόνου έβρισκε τις αλαγιώτικες οικογένειες χαρούμενες μες την Καστροπολιτεία να γιορτάζουν τη νέα χρονιά μετά τον εκκλησιασμό τους και την ευλογία του κλειδιού του σπιτιού τους από τον Παπα-Κώστα στον Άγιο Κωνσταντίνο, είχαν ένα έθιμο που το κρατούσαν από τους παππούδες τους και το συνέχιζαν και αργότερα.
Σαν έφταναν-λέει η παράδοση-στην πόρτα του σπιτιού, ο νοικοκύρης σταύρωνε με το κλειδί την πόρτα, άνοιγε τη θύρα σπάζοντας με δύναμη το ρόδι και όσα τα σπυριά του ροδιού τόσες οι χαρές και τα μπερεκέτια για το σπίτι και σαν το κόκκινο το χρώμα-ζωντανό- ζωντανός ο χρόνος να φτουρίσει χαρές -υγεία μα και Ειρήνη ο τόπος μας παντοτινά να έχει. Και βάζαν τα μικρά τα παιδιά της οικογένειας – μα ανίψια, μα ξαδέρφια, μα των γειτόνων- ποδαρικό να κάνουν. Πατώντας με το δεξί το πόδι τους και με ευχές για την Καλή Χρονιά ο μικρός γούρι να φέρει κρατώντας στο χέρι του ένα βαθύ πιάτο γεμάτο ξηρούς καρπούς και γλυκά και σφιχτοδεμένο με λινή πετσέτα κεντημένη.
Το ‘δινε στη νοικοκυρά μαζί με τις ευχές κι εκείνη μπαχτσίσι κι άλλο πιάτο του ‘δινε με ξηρούς καρπούς ή και με λίγα γλυκά ανάμεσα -έθιμο Τύχης, Καλοτυχίας & Ευφορίας.
Γύρω από το τραπέζι, έτσι με τα καλά τους όλη η οικογένεια μαζευόταν γύρω από το τραπέζι με τη ζεστασιά από τις ξυλόσομπες με τη μυρωδιά από τα κλαριά από τα πουρνάρια που είχαν στα βάζα οι νοικοκυρές. Ο νοικοκύρης έκανε το σταυρό του, σταύρωνε με το μαχαίρι τρεις φορές την πίττα και κατόπιν την έκοβε σε τόσα κομμάτια, όσα ήταν τα μέλη της οικογένειας, αφού αρχικά έκοβε και χώριζε τα κομμάτια του Άη Βασίλη, του σπιτιού και του φτωχού.